Κουρασμένη όπως ήταν, δε σκέφτηκε πολύ. Είχε ξαναβρεθεί σ' εκείνο το ξέφωτο και ήξερε ότι ο ήλιος προτιμά να ρίχνει τις αχτίδες του δίπλα στους κέδρους. Ίσως επειδή είναι τόσο περήφανοι και ταυτόχρονα τόσο ταπεινοί που ακόμα και ο ίδιος ο ήλιος τους δείχνει έτσι το σεβασμό του. Πήγε λοιπόν, στάθηκε εκεί και περίμενε. Ο Ήλιος βρισκόταν ήδη αρκετά ψηλά και στην ατμόσφαιρα υπήρχε ένα δέος, ενώ απόλυτη ησυχία είχε απλωθεί παντού.
Ξαφνικά ένα "Αααα!" ακούστηκε και όλα ντύθηκαν λευκά. Κανείς δεν είχε δει παρόμοια λάμψη ποτέ του. Εκείνη ένιωσε σα να βγαίνουν από μέσα της όλου του κόσμου τα καλά. Ένιωσε όλα τα βάρη της να γίνονται φτερό και να χάνονται στο φύσημα του ανέμου. Ένιωσε την αύρα όλων των ποταμών της γης και μαζί της τις φωνές των πνευμάτων που κατοικούσαν εκεί. Το ρεύμα να την παίρνει μαζί του. Και χρώματα, άπειρα χρώματα, να σκορπίζονται παντού.
Όταν ξύπνησε από αυτή τη ζάλη το ξέφωτο ήταν άδειο. Σήκωσε τα μάτια της προς τους Κέδρους. "Είσαι καλά;", τη ρώτησαν.
"Ναι, είμαι μια χαρά. Καλύτερα από ποτέ."
"Δεν μπορείς να φανταστείς τι είδαμε χάρη σε σένα. Τέτοιο φως δεν έχουν ξαναδεί τα φύλλα μας και τόσα χρώματα δεν τα είχαν φανταστεί. Εκεί που τελείωναν είχε σχηματιστεί το πιο υπέροχο ουράνιο τόξο που έχει υπάρξει ποτέ στη γη. Οι αποχρώσεις του ξεπερνούσαν κάθε φαντασία. Όλοι το θαύμαζαν κι εκείνο έψαχνε να βρει την πηγή της δημιουργίας του. Τα φύλλα μας όμως σε έκρυβαν..."
Τα άκουσε αυτά η μικρή νερένια σταγόνα κι ένιωσε βαθιά συγκινημένη αλλά παράλληλα απογοητευμένη που είχε χάσει αυτό το υπέροχο θέαμα. Κάτι είχε αλλάξει μέσα της. Σα να τα έβλεπε όλα πιο φωτεινά, πιο καθαρά. Έβαλε σκοπό να καταφέρει να δει κι εκείνη αυτό το όμορφο ουράνιο τόξο. Αν και ήταν αρκετά δύσκολο, το ήθελε πολύ. Αποφάσισε να μιλήσει στο βράχο.
"Είναι πολύ δύσκολο να πείσεις τον ήλιο καλή μου, να ρίξει πάνω σου την ηλιαχτίδα. Εκτός αν μάθουμε ποιο είναι το επόμενο σημείο."
"Μπορώ να κάνω τα πάντα, αρκεί να το δω."
Την επόμενη μέρα, αφού όλοι στο δάσος συζητούσαν για το συμβάν, ο βράχος έμαθε από τα πουλιά ποιο ήταν το μέρος που αναζητούσαν.
"Το ξέφωτο του Κεχριμπαρένιου Πάγου, βόρεια, στο Δάσος των Λευκών Ιαγουάρων. Κάποιοι από μας θα ξεκινήσουν σήμερα κιόλας για κει. Θα διαρκέσει σχεδόν ένα μήνα το ταξίδι τους.", είπαν τα πουλιά.
" Θα έρθω μαζί σας", ξεφώνισε.
"Να ξέρεις όμως, είναι πολύ επικίνδυνα για σένα εκεί. Οι θερμοκρασίες είναι πολύ χαμηλές και υπάρχει πάντα ο κίνδυνος να παγώσεις."
"Το ξέρω. Αξίζει όμως να προσπαθήσω".
Το ταξίδι διήρκεσε ακριβώς όσο είχε υπολογιστεί. Είχε χωθεί καλά μέσα στα πούπουλα και ένιωθε ασφαλής. Τα πουλιά της είχαν υποσχεθεί να την προσέχουν όσο περισσότερο μπορούσαν. Όταν όμως έφτασαν εκεί έπρεπε να την αφήσουν να κάνει αυτό που έπρεπε. Με το που βγήκε από τα ζεστά πούπουλα όμως, αμέσως πάγωσε. Επειδή δεν μπορούσε να κουνηθεί, τα πουλιά τη βοήθησαν να μετακινηθεί, πηγαίνοντάς τη στο Σημείο. Εκείνα στάθηκαν λίγο πιο κει και δεν την έχασαν στιγμή από τα μάτια τους.
Δεν πέρασε πολλή ώρα και άρχισε να νιώθει μια ζεστασιά και εκείνο το γνώριμο συναίσθημα ολοκλήρωσης σε όλο της το υδάτινο κορμάκι. Φωνές θαυμασμού ακούστηκαν, ο πάγος έλιωσε κι εκείνη πλέον μπορούσε να δει καθαρά. Ήταν εκεί, έβγαινε μέσα από 'κείνη και την κοιτούσε με θαυμασμό. Ήταν πολύ μπερδεμένη. Αντί να το κοιτάει εκείνη με δέος, ήταν εκείνο που την κοιτούσε και μαζί του όλοι όσοι ήταν εκεί. Μια λάμψη, και το ουράνιο τόξο είχε εξαφανιστεί.
Τα πουλιά έτρεξαν να τη βρουν. Όμως ούτε εκείνη ήταν πια εκεί.
Όταν έμειναν μόνοι εκείνη γύρισε και του είπε: "Μα γιατί κοιτάς εσύ εμένα με τόσο θαυμασμό; Εσύ είσαι πανέμορφο, εγώ είμαι μια απλή σταγόνα."
"Μα δεν καταλαβαίνεις; Η ομορφιά που βλέπεις αναβλύζει μέσα από σένα. Εσύ τη βοήθησες να φανεί. Εσύ πήρες την απόφαση να δεχτείς μέσα σου την αχτίδα χωρίς να σε νοιάζει τι θα θυσιάσεις. Εγώ απλά υπήρχα αλλά εσύ μου έδωσες ζωή." Το άκουγε μαγεμένη.
"Βρήκαν κι οι δύο την ελευθερία τους", είπε ο βράχος στα πουλιά όταν γύρισαν και του διηγήθηκαν τι είχε συμβεί.
Για να ευχαριστήσουν τα πουλιά, το βράχο, τον Ήλιο, και τις αχτίδες του, εκείνο το βράδυ χρωμάτισαν τον ουρανό με τα χρώματά τους, από τη Δύση ως την Ανατολή και από το Βορρά ως το Νότο, και έκαναν το νερό τόσο διάφανο που μπορούσες να δεις μέχρι και τα κοράλλια του βυθού. Ήταν σαν σε όνειρο.
Από τότε, όσοι ξέρουν μπορούν να τους δουν πάντα μαζί, χωρίς την ύπαρξη του ενός δεν υφίσταται η ύπαρξη του άλλου. Να γεμίζουν τον ουρανό, τη γη, το νερό με χρώματα. Αλλά και όσοι δε γνωρίζουν, θαυμάζουν αυτόν τον πρωτοφανή συνδυασμό χρωμάτων που κατακλύζει κάποιες φορές τον ουρανό...
Ξαφνικά ένα "Αααα!" ακούστηκε και όλα ντύθηκαν λευκά. Κανείς δεν είχε δει παρόμοια λάμψη ποτέ του. Εκείνη ένιωσε σα να βγαίνουν από μέσα της όλου του κόσμου τα καλά. Ένιωσε όλα τα βάρη της να γίνονται φτερό και να χάνονται στο φύσημα του ανέμου. Ένιωσε την αύρα όλων των ποταμών της γης και μαζί της τις φωνές των πνευμάτων που κατοικούσαν εκεί. Το ρεύμα να την παίρνει μαζί του. Και χρώματα, άπειρα χρώματα, να σκορπίζονται παντού.
Όταν ξύπνησε από αυτή τη ζάλη το ξέφωτο ήταν άδειο. Σήκωσε τα μάτια της προς τους Κέδρους. "Είσαι καλά;", τη ρώτησαν.
"Ναι, είμαι μια χαρά. Καλύτερα από ποτέ."
"Δεν μπορείς να φανταστείς τι είδαμε χάρη σε σένα. Τέτοιο φως δεν έχουν ξαναδεί τα φύλλα μας και τόσα χρώματα δεν τα είχαν φανταστεί. Εκεί που τελείωναν είχε σχηματιστεί το πιο υπέροχο ουράνιο τόξο που έχει υπάρξει ποτέ στη γη. Οι αποχρώσεις του ξεπερνούσαν κάθε φαντασία. Όλοι το θαύμαζαν κι εκείνο έψαχνε να βρει την πηγή της δημιουργίας του. Τα φύλλα μας όμως σε έκρυβαν..."
Τα άκουσε αυτά η μικρή νερένια σταγόνα κι ένιωσε βαθιά συγκινημένη αλλά παράλληλα απογοητευμένη που είχε χάσει αυτό το υπέροχο θέαμα. Κάτι είχε αλλάξει μέσα της. Σα να τα έβλεπε όλα πιο φωτεινά, πιο καθαρά. Έβαλε σκοπό να καταφέρει να δει κι εκείνη αυτό το όμορφο ουράνιο τόξο. Αν και ήταν αρκετά δύσκολο, το ήθελε πολύ. Αποφάσισε να μιλήσει στο βράχο.
"Είναι πολύ δύσκολο να πείσεις τον ήλιο καλή μου, να ρίξει πάνω σου την ηλιαχτίδα. Εκτός αν μάθουμε ποιο είναι το επόμενο σημείο."
"Μπορώ να κάνω τα πάντα, αρκεί να το δω."
Την επόμενη μέρα, αφού όλοι στο δάσος συζητούσαν για το συμβάν, ο βράχος έμαθε από τα πουλιά ποιο ήταν το μέρος που αναζητούσαν.
"Το ξέφωτο του Κεχριμπαρένιου Πάγου, βόρεια, στο Δάσος των Λευκών Ιαγουάρων. Κάποιοι από μας θα ξεκινήσουν σήμερα κιόλας για κει. Θα διαρκέσει σχεδόν ένα μήνα το ταξίδι τους.", είπαν τα πουλιά.
" Θα έρθω μαζί σας", ξεφώνισε.
"Να ξέρεις όμως, είναι πολύ επικίνδυνα για σένα εκεί. Οι θερμοκρασίες είναι πολύ χαμηλές και υπάρχει πάντα ο κίνδυνος να παγώσεις."
"Το ξέρω. Αξίζει όμως να προσπαθήσω".
Το ταξίδι διήρκεσε ακριβώς όσο είχε υπολογιστεί. Είχε χωθεί καλά μέσα στα πούπουλα και ένιωθε ασφαλής. Τα πουλιά της είχαν υποσχεθεί να την προσέχουν όσο περισσότερο μπορούσαν. Όταν όμως έφτασαν εκεί έπρεπε να την αφήσουν να κάνει αυτό που έπρεπε. Με το που βγήκε από τα ζεστά πούπουλα όμως, αμέσως πάγωσε. Επειδή δεν μπορούσε να κουνηθεί, τα πουλιά τη βοήθησαν να μετακινηθεί, πηγαίνοντάς τη στο Σημείο. Εκείνα στάθηκαν λίγο πιο κει και δεν την έχασαν στιγμή από τα μάτια τους.
Δεν πέρασε πολλή ώρα και άρχισε να νιώθει μια ζεστασιά και εκείνο το γνώριμο συναίσθημα ολοκλήρωσης σε όλο της το υδάτινο κορμάκι. Φωνές θαυμασμού ακούστηκαν, ο πάγος έλιωσε κι εκείνη πλέον μπορούσε να δει καθαρά. Ήταν εκεί, έβγαινε μέσα από 'κείνη και την κοιτούσε με θαυμασμό. Ήταν πολύ μπερδεμένη. Αντί να το κοιτάει εκείνη με δέος, ήταν εκείνο που την κοιτούσε και μαζί του όλοι όσοι ήταν εκεί. Μια λάμψη, και το ουράνιο τόξο είχε εξαφανιστεί.
Τα πουλιά έτρεξαν να τη βρουν. Όμως ούτε εκείνη ήταν πια εκεί.
Όταν έμειναν μόνοι εκείνη γύρισε και του είπε: "Μα γιατί κοιτάς εσύ εμένα με τόσο θαυμασμό; Εσύ είσαι πανέμορφο, εγώ είμαι μια απλή σταγόνα."
"Μα δεν καταλαβαίνεις; Η ομορφιά που βλέπεις αναβλύζει μέσα από σένα. Εσύ τη βοήθησες να φανεί. Εσύ πήρες την απόφαση να δεχτείς μέσα σου την αχτίδα χωρίς να σε νοιάζει τι θα θυσιάσεις. Εγώ απλά υπήρχα αλλά εσύ μου έδωσες ζωή." Το άκουγε μαγεμένη.
"Βρήκαν κι οι δύο την ελευθερία τους", είπε ο βράχος στα πουλιά όταν γύρισαν και του διηγήθηκαν τι είχε συμβεί.
Για να ευχαριστήσουν τα πουλιά, το βράχο, τον Ήλιο, και τις αχτίδες του, εκείνο το βράδυ χρωμάτισαν τον ουρανό με τα χρώματά τους, από τη Δύση ως την Ανατολή και από το Βορρά ως το Νότο, και έκαναν το νερό τόσο διάφανο που μπορούσες να δεις μέχρι και τα κοράλλια του βυθού. Ήταν σαν σε όνειρο.
Από τότε, όσοι ξέρουν μπορούν να τους δουν πάντα μαζί, χωρίς την ύπαρξη του ενός δεν υφίσταται η ύπαρξη του άλλου. Να γεμίζουν τον ουρανό, τη γη, το νερό με χρώματα. Αλλά και όσοι δε γνωρίζουν, θαυμάζουν αυτόν τον πρωτοφανή συνδυασμό χρωμάτων που κατακλύζει κάποιες φορές τον ουρανό...