Όπως βγαίνεις για το κατάστρωμα, στο τελευταίο επίπεδο του πλοίου, θα με δεις. Κάθομαι σε ένα παγκάκι από εκείνα τα άσπρα που έχουν τα πλοία στερεωμένα πάνω στο ξύλινο (συνήθως μεταλλικό) δάπεδο. Είναι περίεργο με τι μανία φυσάει τα μαλλιά μου ο αέρας, λες και θέλει να τα πάρει μαζί του. Δε μ’ ενοχλεί - ίσως αυτός να είναι και ο λόγος που μ’ αρέσει τόσο αυτό το σημείο στα πλοία. Το βιβλίο κινδυνεύει να φύγει από τα χέρια μου ανά πάσα στιγμή, αλλά δε με απασχολεί αυτό. Έχω απορροφηθεί τόσο από την ιστορία που ο τρόπος που το κρατάω φανερώνει μια σχέση γεμάτη πάθος μεταξύ μας..
Το βλέμμα μου παραμένει σταθερό, κοιτάω πάντα το βιβλίο, ρίχνοντας που και που ματιές στη θάλασσα, για να θυμάμαι ότι η στιγμή είναι ειδυλλιακή.. Εγώ, το βιβλίο, ο αέρας και η θάλασσα.. Δύο στοιχεία της φύσης κρατούν παρέα σε δύο ανήσυχα πνεύματα-εξίσου ανήσυχα με αυτά. Παρατηρώ ότι το μέρος όπου επέλεξα να περάσω το υπόλοιπο του ταξιδιού μου είναι το μόνο που έχει ίσκιο σε όλο το κατάστρωμα. Καθώς γυρνάω να κοιτάξω αν είναι κανείς εκεί γύρω, το βλέμμα μου πέφτει πάνω σε μια ανθρώπινη μορφή.
Δεν τον είχα προσέξει τόση ώρα. Πρέπει να είναι εδώ και ώρα δίπλα μου στο παγκάκι. Δεν ξέρω αν έψαχνε τον ίσκιο ή απλά συντροφιά. Σκέφτομαι ότι θα μου χαλάσει την ιδανική στιγμή, αλλά επειδή δε θέλω να πω τον εαυτό μου «αντικοινωνικό» προσπαθώ να βρω έναν έξυπνο τρόπο να αρχίσω τη συζήτηση. Με προλαβαίνει εκείνος-πάλι καλα..
-Δε ζαλίζεσαι τόση ώρα καθισμένη εδώ μες στον ήλιο; Συγγνώμη κι όλας, δεν ήθελα να σε ενοχλήσω..
«Τότε γιατί το κάνεις;», σκέφτομαι..
-Το καλοκαίρι με ζαλίζει έτσι κι αλλιώς.. Δε με ενοχλεί οποιουδήποτε άλλου είδους ζαλάδα λοιπόν.
-Ναι.. Το καλοκαίρι έχει αυτό το χάρισμα.. Νομίζω ως «χάρισμα» θα το χαρακτήριζε ο καθένας.
-Ο καθένας που αγαπά το καλοκαίρι.. Ναι.
-Νομίζω πως όλοι το αγαπούν..
-Άρα πιστεύεις πως όλοι αγαπούν τη ζωή..
-Βαθιά μέσα τους όλοι, ναι
-Και γιατί , όπως λες, κάποιοι να το κρατάνε μέσα τους και να μ το εκφράζουν;
-Ίσως γιατί δε βρίσκουν κάποιο καλό λόγο
-Μα είναι ένας λόγος από μόνο του..
-Νομίζεις πως όλοι το ξέρουν αυτό; Νομίζεις πως όπως σκέφτεσαι εσύ σκέφτεται ο καθένας;
-Όχι φυσικά, αλλά είναι κάποια πράγματα που έχω απαίτηση από τους άλλους να τα έχουν σκεφτεί.
-Να τα έχουν σκεφτεί ναι, αλλά πώς θα το ξέρεις όταν σε πολλούς περνούν από το μυαλό χωρίς να τα εκφράζουν;
-Προσπαθώ να ψάχνω τους ανθρώπους να μη μένω μόνο στην επιφάνεια. Γιατί και η επιφάνεια της θάλασσας είναι ωραία, αλλά οι θησαυροί που κρύβει μέσα της είναι ασύγκριτα όμορφοι..
Με κοιτάει και αμέσως γυρνάει το κεφάλι προς τη θάλασσα. Δε μιλάει. Δεν ξέρω τι σκέψεις μπορεί να του προξένησα μ’αυτό που είπα, αλλά σίγουρα κάτι σκέφτεται. Τώρα που έχω την ευκαιρία να τον παρατηρήσω καλύτερα βλέπω ότι έχει κάτι γοητευτικό σε ένα πρόσωπό με πολλά σημάδια και έντονα μάτια. Μελαχρινός, φοράει γκρι παντελόνι φόρμας και λευκό Τ-shirt με ελαφρώς σηκωμένα μανίκια.
Δε θέλω να είμαι εγώ εκείνη που θα σπάσει τη σιωπή.
-Πού πηγαίνεις; μου λέει μετά από λίγο.
-Αν και θα ήθελα να μην ήξερα ούτε και γω, θα κατέβω στο λιμάνι της Μήλου.
-Έχεις ξαναπάει;
-Ναι, άλλες δύο φορές αλλά είναι ένα από τα μέρη που πραγματικά ηρεμώ και αυτό ακριβώς είναι που χρειάζομαι αυτόν τον καιρό
-Ήρεμη φαίνεσαι..
-Όπως η θάλασσα. Φαίνεται ήρεμη κάποιες φορές αλλά στην πραγματικότητα δεν ηρεμεί ποτέ..
-Σου αρέσει να χρησιμοποιείς τη θάλασσα ως σχήμα λόγου.
-Ναι αλλά δεν είναι το αγαπημένο μου στοιχείο. Και για να σε προλάβω, είναι ο αέρας. Είναι πολύ περισσότερο ασταθής από τη θάλασσα. Νομίζω ότι με χαρακτηρίζει λίγο.
-Εγώ πάντως όση ώρα μιλάμε διακρίνω σε σένα κάτι πολύ σταθερό.
-Δε με ξέρεις καλά, γι’αυτό το λες, χαμογελάω.
-Νομίζω ότι και να σε γνωρίσω, θα συνεχίσω να το διακρίνω.
-Θα μπορούσες να βάλεις και στοίχημα.., χαμογελάω ξανά
-Όχι, δεν παίζω με στοιχήματα. Δε διαπραγματεύομαι τη σιγουριά μου.
-Πάντως δε μου έχεις πει τίποτα για σένα τόση ώρα.
-Τι θες να σου πω;
-Πράγματα σαν κι αυτά που σου είπα και γω.. Πού πας, τι γυρεύεις εδώ στο κατάστρωμα..
-Δυστυχώς δεν πηγαίνω πουθενά. Είμαι πλήρωμα εδώ. Βλέπω ανθρώπους να μπαίνουν, να βγαίνουν, πρόσωπα χαρούμενα, ξέγνοιαστα, λυπημένα άλλοτε, χωρίς να μπορώ να κάνω βήμα μακριά από το πλοίο. Τα τέσσερα τελευταία καλοκαίρια μου έτσι περνούν. Από τότε που τέλειωσα το σχολείο δηλαδή. Μ’ αρέσει αυτή η δουλειά όμως.. Κοιτάω τα πρόσωπα των επιβατών και φτιάχνω εικόνες.. Πού να πηγαίνουν, τι να σκέφτονται, πώς να πέρασαν και άλλα τέτοια.
-Για μένα τι σκέφτηκες;
-Σε κοιτούσα πολλή ώρα. Καθόμουν στη γέφυρα και αναρωτιόμουν τι το τόσο ενδιαφέρον να έχει το βιβλίο που διαβάζεις που δε σε νοιάζει ούτε ο αέρας, ούτε ο ήλιος. Επειδή κάθεσαι μόνη σου φαντάστηκα ότι θα πηγαίνεις να βρεις κάποιον ή την παρέα σου σε ένα από τους επόμενους σταθμούς του πλοίου. Πίστευα ότι θα ήταν κάπου που θα έχεις ξαναπάει γιατί δε φαίνεσαι καθόλου ανήσυχη. Σα να ξέρεις τι ακριβώς θα συναντήσεις και τι πρόκειται να κάνεις.
Η αλήθεια είναι ότι τον τελευταίο καιρό η ζωή δε μου επιφύλασσε πολλές εκπλήξεις. Σα να ήταν όλα προσχεδιασμένα. Μέχρι και οι διακοπές μου προσχεδιασμένες ήταν. Είχε δίκιο. Νόμιζα πως ξέφευγα ενώ ξαναέβαζα τον εαυτό μου πάλι σε μια ρουτίνα που είχα ξαναζήσει. Τόσο πολύ φαινόταν; Ή είχε τόσο δυνατό χάρισμα εκείνος;
-Το βιβλίο είναι ενδιαφέρον, αλλά αυτό που μου συμβαίνει είναι ότι έχω πιαστεί από τη στιγμή.. Ο ήλιος, ο αέρας, η θάλασσα.. Το μυαλό μου είναι άδειο από κακές σκέψεις.. Το μόνο που σκέφτομαι είναι πού είμαι και πού πηγαίνω..
-Ίσως θα έπρεπε να σκεφτείς και τι είσαι.. Είσαι μάλλον χαρισματικός άνθρωπος.. Έχεις κάθε λόγο να είσαι ευτυχισμένη.
«Κοίτα να δεις.. Το ίδιο συμπέρανα και γω για σένα..», σκέφτομαι.
-Αν κρίνω και από τη στιγμή, μάλλον τόση ώρα ήμουν ευτυχισμένη και δεν το είχα καταλάβει..
«Το πλοίο μόλις προσέγγισε το λιμάνι της Μήλου. Παρακαλούνται οι κύριοι επιβάτες με προορισμό τη Μήλο να ετοιμάζονται προς αποβίβαση», ακούστηκε μια φωνή από τα μεγάφωνα.
Δε θέλω να φύγω.. Ακόμα κι αν ξέρω ότι τη συντροφιά του ήλιου και της θάλασσας θα την έχω για πέντε μέρες συνέχεια πλάι μου.
-Πρέπει να φύγεις..
-Κι εσύ πρέπει να μείνεις…
-Και τι είναι τα «πρέπει»..; Προσωρινές συμβάσεις με δυνάμεις ανώτερες από εμάς λόγω της εξουσίας που ασκούν πάνω μας..
-Το καλοκαίρι η μόνη εξουσία που θέλω να μου ασκείται είναι εκείνη των φωτεινών ηλιαχτίδων όταν δεν μπορώ με τίποτα να σηκωθώ από την παραλία..
Γελάει
-Σ’ ευχαριστώ που ήρθες στην παρέα μου, εκ μέρους της θάλασσα και του ήλιου.. Εκ μέρους του βιβλίου μου και του αέρα.. Ειλικρινά.. Σ’ ευχαριστώ.
Τον κοιτάω για λίγο. Τα μάτια του έχουν μια εκφραστικότητα που δεν έχω ξαναδεί.
Κατεβαίνω από το πλοίο με μια ανάλαφρη αίσθηση του καλοκαιριού πάνω μου. ¨Όχι, δε θα έμπλεκα ξανά στη ρουτίνα, θα έκανα ότι περνούσε από το χέρι μου για να ζήσω την κάθε στιγμή στο νησί..
Έχω απομακρυνθεί πολύ από το λιμάνι. Περπατάω προς το ξενοδοχείο, αλλά δε μπορώ να φύγω έτσι. Μια τελευταία ματιά θα είναι η αποχαιρετιστήρια. Τελευταία. Κοιτάω προς τη θάλασσα. Το πλοίο μόλις που έχει φύγει. Χαμηλώνω το βλέμμα και παρατηρώ την άκρη της κουπαστής.. Μια λευκή τελίτσα ανάμεσα στο μπλε…
«Ξανασκέφτηκα τον ορισμό της εξουσίας σου, θα μου πει..»
Έτσι κι αλλιώς τι είναι η ζωή μας; Ένα παζλ από στιγμές, φτιαγμένες από εμάς και μόνο. Δεν έχουμε τίποτα να φοβηθούμε..