Thursday, December 17, 2009
Είναι τα μάτια σου που κλείνεις και τρομάζω...
Πώς είναι να πληγώνεις έναν άνθρωπο που νοιάζεται τόσο για σένα ένω σε ξέρει τόσο λίγο καιρό..; Το ένιωσα μόλις τώρα. Κοιτάω το σκισμένο μου τζην, αν και ώρα τώρα που έχω γυρίσει από τη δουλειά, κάθομαι στην ίδια θέση που ήμουν όταν το ένιωσα. Δεν μπορώ να το περιγράψω-δεν ξέρω καν αν περιγράφεται. Δεν μπορούσα να μιλήσω, να του εξηγήσω. Γιατι; -Γιατί, πολύ απλά δεν είχα τίποτα για το οποίο θα μπορούσα να εξηγηθώ. Τι να καταλάβει από εξηγήσεις ένας πληγωμένος, ερωτευμέμος άνθρωπος. Ήμουν πολύ χαζη. Τη φωνούλα πάλι την αγνόησα."Μην τον παιδεύεις άλλο..." Έλεγε. "Λίγο ακόμα, λίγο ακόμα.." Έλεγα εγω.."Περναω τοσο ωραία μαζί του..." Υπήρξαν στιγμές που προσπάθησα να αναγκάσω τον εαυτό μου να τον ερωτευτεί. Παρανοϊκό ε; Θα ήθελα να μπορούσα να το είχα κάνει. Για να μην πληγώσω ακόμα έναν άνθρωπο και να είμαι ευτυχισμένη.
Tuesday, October 13, 2009
Υποχρεώσεις και δικαιώματα
Μια ηλιαχτίδα πρέπει να γωρίζει πως οι υποχρεώσεις της προς τους ανθρώπους είναι ποικίλες και ποικιλόμορφες...
Πρώτα απ' όλα πρέπει να ξέρει πως αν είναι πολύ δυνατή υπάρχει σοβαρή πιθανότητα να προκαλέσει εγκαύματα, κάποια εκ των οποίων μπορεί να αποδειχθούν αρκετά σοβαρά. Σίγουρα δεν έχει σκοπό να πονέσει κανέναν.
Μια ηλιαχτίδα δεν πρέπει να ξεχνάει πως ανήκει σε ένα ανώτερο δημιούργημα, τον Ήλιο, το οποίο είναι η πηγή της ενέργειάς της. Κάθε της προσπάθεια να ξεφύγει από αυτό μπορεί να αποβεί μοιραία για την ίδια, αλλά και για τους γύρω της οι οποίοι αναζητούν καθημερινά τη ζεστασιά και τη λάμψη της.
Βασικό καθήκον μιας ηλιαχτίδας είναι να μην αναζητά μόνο τα καλά αυτού του κόσμου, αλλά και εκείνα που σκεπάζονται από σκοτάδι με σκοπό να τα αναδείξει με το φως της.
Μια ηλιαχτίδα πρέπει να ρίχνει το φως της παντου-χωρίς εξαιρέσεις.
Μια ηλιαχτίδα πρέπει να είναι πηγή χαράς και ελπίδας. Να ζωντανεύει, να δίνει χρώμα, να ελπίζει, να προσπαθεί. Να μη φοβάται, να παίρνει ρίσκα, να έχει θάρρος και πάνω απ' όλα, να αγαπά..
Πρώτα απ' όλα πρέπει να ξέρει πως αν είναι πολύ δυνατή υπάρχει σοβαρή πιθανότητα να προκαλέσει εγκαύματα, κάποια εκ των οποίων μπορεί να αποδειχθούν αρκετά σοβαρά. Σίγουρα δεν έχει σκοπό να πονέσει κανέναν.
Μια ηλιαχτίδα δεν πρέπει να ξεχνάει πως ανήκει σε ένα ανώτερο δημιούργημα, τον Ήλιο, το οποίο είναι η πηγή της ενέργειάς της. Κάθε της προσπάθεια να ξεφύγει από αυτό μπορεί να αποβεί μοιραία για την ίδια, αλλά και για τους γύρω της οι οποίοι αναζητούν καθημερινά τη ζεστασιά και τη λάμψη της.
Βασικό καθήκον μιας ηλιαχτίδας είναι να μην αναζητά μόνο τα καλά αυτού του κόσμου, αλλά και εκείνα που σκεπάζονται από σκοτάδι με σκοπό να τα αναδείξει με το φως της.
Μια ηλιαχτίδα πρέπει να ρίχνει το φως της παντου-χωρίς εξαιρέσεις.
Μια ηλιαχτίδα πρέπει να είναι πηγή χαράς και ελπίδας. Να ζωντανεύει, να δίνει χρώμα, να ελπίζει, να προσπαθεί. Να μη φοβάται, να παίρνει ρίσκα, να έχει θάρρος και πάνω απ' όλα, να αγαπά..
Tuesday, July 21, 2009
ΟΤΑΝ ΕΙΔΑ ΤΟ 100% ΤΕΛΕΙΟ ΚΟΡΙΤΣΙ ΕΝΑ ΟΜΟΡΦΟ ΠΡΩΙΝΟ ΤΟΥ ΑΠΡΙΛΗ από τον Χαρούκι Μουρακάμι
Ένα όμορφο πρωινό του Απρίλη, σ' ένα στενό δρομάκι στη μοδάτη περιοχή Χαρατζουκου του Τόκιο περνώ δίπλα απ' το 100% τέλειο κορίτσι.
Για να πω την αλήθεια, δεν είναι και τόσο όμορφη. Δεν ξεχωρίζει καθόλου.
Τα ρούχα της δεν έχουν κάτι ιδιαίτερο. Τα μαλλιά της στο πίσω μέρος του κεφαλιού έχουν χάσει τη φόρμα τους από τον ύπνο. Ούτε είναι και τόσο νέα - θα κοντεύει τα τριάντα, οπότε, για ν' ακριβολογούμε, δεν είναι καν "κορίτσι".
Κι όμως από πενήντα μέτρα μακριά, ξέρω ότι είναι το 100% τέλειο κορίτσι για μένα. Με το που τη βλέπω, αισθάνομαι την καρδιά μου να χτυπάει σαν τρελή μέσα στο στήθος μου και το στόμα μου να ξεραίνεται σαν την έρημο.
Ίσως να 'χεις δικό σου αγαπημένο τύπο κοριτσιού - με λεπτούς αστραγάλους ας πούμε, ή με μεγάλα μάτια, ή με δάχτυλα γεμάτα χάρη ή μπορεί να σε τραβούν χωρίς ιδιαίτερο λόγο, κορίτσια που τρώνε το γεύμα τους χωρίς να βιάζονται. Και 'γω βέβαια έχω τις προτιμήσεις μου. Όταν βρίσκομαι σ' εστιατόριο, μερικές φορές πιάνω τον εαυτό μου να χαζεύει το κορίτσι του διπλανού τραπεζιού, επειδή μ' αρέσει το σχήμα της μύτης της.
Όμως, δεν θα 'πρεπε κανείς να προσπαθεί να κατατάξει οπωσδήποτε το δικό του 100% τέλειο κορίτσι σ' έναν προκαθορισμένο τύπο. Για παράδειγμα, όσο κι αν μ' αρέσουν οι ωραίες μύτες, δεν μπορώ να θυμηθώ το σχήμα της δικής της - ούτε καν πρόσεξα τη μύτη της. Το μόνο που μπορώ να θυμηθώ με βεβαιότητα είναι πως δεν ήταν και καμιά κουκλάρα. Τι αλλόκοτο.
"Χθες στο δρόμο, πέρασα δίπλα απ' το 100% τέλειο κορίτσι"
λέω σε κάποιον.
"Ναι;" λέει. "Όμορφη;"
"Όχι, δεν θα το 'λεγα".
"Τότε; Ο αγαπημένος σου τύπος;"
"Δεν ξερώ. Μάλλον δεν μπορώ να θυμηθώ τίποτα γι' αυτήν -
για το σχήμα των ματιών της η για το μέγεθος του στήθους της".
"Παράξενο".
"Ναι, παράξενο".
"Τέλος πάντων", λέει έχοντας ήδη βαρεθεί, "τι έκανες; Της μίλησες; Την πήρες από πίσω;"
"Μπα. Απλά πέρασα δίπλα της στον δρόμο".
Εγώ πήγαινα ανατολικά, εκείνη δυτικά. Ήταν πράγματι ένα ωραίο πρωινό του Απρίλη.
Μακάρι να μπορούσα να της μιλήσω. Θα μου 'φτανε μισή ώρα: απλά να την ρωτήσω για τον εαυτό της, να της πω για μένα και - αυτό που θα 'θελα πραγματικά να κάνω - να της εξηγήσω για τα μπερδέματα της μοίρας που οδήγησαν στο να περάσουμε ο ένας δίπλα από τον άλλον σ 'ένα στενάκι στο Χαρατζουκου, ένα όμορφο πρωινό του Απρίλη. Σίγουρα, θα 'ταν μια συνάντηση γεμάτη ζεστασιά, γεμάτη μυστήριο, σαν ένα ρολόι αντίκα που φτιάχτηκε όταν υπήρχε παντού γαληνή στον κόσμο.
Αφού συζητούσαμε, θα τρώγαμε κάπου για μεσημέρι, ίσως να βλέπαμε καμιά ταινία του Γουντυ Αλλεν, και θα περνάγαμε απ' το μπαρ κάποιου ξενοδοχείου για κοκτέιλ. Με λίγη τύχη, θα μπορούσαμε να καταλήξουμε στο κρεβάτι.
Μια απ' τις πιθανότητες της ζωής, χτυπά την πόρτα της καρδιάς μου αυτή τη στιγμή.
Τώρα η απόσταση μεταξύ μας είχε μειωθεί στα δεκαπέντε μέτρα.
Πως να την πλησιάσω; Τι να της πω;
"Καλημέρα, δεσποινίς. Θα μπορούσατε να μου διαθέσετε μισή ώρα για λίγη κουβεντούλα;"
Γελοίο. Θ' ακουγόμουν σαν ασφαλιστής.
"Με συγχωρείται, μήπως ξέρετε εάν υπάρχει κάποιο καθαριστήριο που διανυκτερεύει στη γειτονιά;"
Όχι, αυτό είναι εξίσου γελοίο. Δεν κρατάω, βλέπεις και τίποτα ρούχα για καθάρισμα μαζί μου. Ποιος θα 'χαβε κάτι τέτοιο;"
Μπορεί απλά ν' αρκούσε η αλήθεια: "Καλημέρα. Είσαι για μένα το 100% τέλειο κορίτσι».
Όχι, δεν θα το πίστευε. Ακόμη κι αν το πίστευε, και πάλι, ίσως να μην ήθελε να μου μιλήσει. Λυπάμαι, θα μπορούσε να πει, ίσως να είμαι το 100% τέλειο κορίτσι για σένα, αλλά εσύ δεν είσαι το 100% τέλειο αγόρι για μένα. Θα μπορούσε να συμβεί κάτι τέτοιο. Κι αν βρισκόμουν σε μια τέτοια κατάσταση, πιθανότατα να γινόμουν κομμάτια. Ποτέ δεν θα συνερχόμουν απ' το σοκ.
Περνάμε μπροστά από ένα ανθοπωλείο. Μια μικρή μάζα ζεστού αέρα αγγίζει το δέρμα μου. Η άσφαλτος είναι υγρή και πιάνω το άρωμα απ' τα τριαντάφυλλα. Δεν τα καταφέρνω να της μιλήσω. Φοράει ένα άσπρο πουλοβερ και στο δεξί της χέρι κρατά έναν ατσαλάκωτο άσπρο φάκελο χωρίς γραμματόσημο. Αυτό είναι λοιπόν: Έχει γράψει γράμμα σε κάποιον, ίσως και να ξενύχτησε γράφοντας το, αν κρίνω απ'το νυσταγμένο βλέμμα της. Ο φάκελος θα μπορούσε να περιέχει όλα τα μυστικά της ζωής της.
Κάνω μερικά βήματα ακόμη και γυρίζω το κεφάλι προς τα πίσω: Χάθηκε στο πλήθος.
Τώρα βέβαια, ξέρω ακριβώς τι έπρεπε να της είχα πει. Θα ήταν, όμως ένας μεγάλος λόγος, παρά πολύ μεγάλος για να μπορέσω να τον εκφωνήσω σωστά. Οι ιδέες που μου 'ρχονται δεν είναι ποτέ ιδιαιτέρα πρακτικές.
Δεν βαριέσαι. Θα ξεκινούσα με το: "Μια φορά κι έναν καιρό" και θα κατέληγα: "Λυπητερή ιστορία, δεν νομίζεις;"
Μια φορά και έναν καιρό, ζούσαν ένα αγόρι κι ένα κορίτσι. Το αγόρι ήταν δεκαοχτώ και το κορίτσι δεκάξι. Εκείνος δεν ήταν ιδιαιτέρα ωραίος κι εκείνη δεν είχε κάποια ξεχωριστή ομορφιά. Ήταν ένα συνηθισμένο, μοναχικό αγόρι κι ένα συνηθισμένο, μοναχικό κορίτσι, όπως όλα τ' άλλα. Πίστευαν, όμως μ' όλη τους την καρδιά ότι κάπου στον κόσμο ζούσε το 100% τέλειο γι' αυτούς αγόρι και το 100% τέλειο κορίτσι. Ναι, πίστευαν σ' ένα θαύμα. Κι αυτό το θαύμα όντως βρήκε πραγματικό.
Μια μέρα, έτυχε οι δυο τους να συναντηθούν στη γωνιά κάποιου δρόμου.
"Απίστευτο!" είπε εκείνος. "Σ' έψαχνα όλη μου τη ζωή. Ίσως να μην το πιστέψεις, αλλά είσαι για μένα το 100% τέλειο κορίτσι".
"Κι εσύ", του απάντησε εκείνη, "είσαι για μένα το 100% τέλειο αγόρι, ακριβώς όπως σε φαντάστηκα, με κάθε λεπτομέρεια. Σαν όνειρο μου φαίνεται".
Κάθισαν σ' ένα παγκάκι στο πάρκο, κρατώντας τα χέρια, και διηγούνταν ο ένας στον άλλον την ιστορία της ζωής τους για ώρες ατελείωτες. Δεν ήταν μόνοι πλέον. Είχαν ανακαλύψει, και τους είχε ανακαλύψει, το 100% τέλειο έτερον ήμισυ τους. Τι θαυμάσιο πράγμα να βρίσκεις και να σ' έχει βρει, το 100% τέλειο έτερον ήμισυ σου. Μιλάμε για θαύμα, για ένα θαύμα του σύμπαντος.
Ενώ κάθονταν και μιλούσαν, όμως ένα ίχνος αμφιβολίας ρίζωσε στην καρδιά τους: Είναι σωστό, άραγε, να πραγματοποιούνται τα όνειρα κάποιου τόσο εύκολα;
Κι έτσι, όταν υπήρχε μια στιγμιαία παύση στη συζήτηση τους, το αγόρι είπε στο κορίτσι: "Ας περάσουμε μια δοκιμασία - μια και μοναδική. Αν είμαστε όντως οι 100% τέλειοι αγαπημένοι ο ένας για τον άλλο, τότε κάπου, κάποτε, θα ξανασυναντηθούμε οπωσδήποτε. Κι όταν συμβεί αυτό, θα ξέρουμε ότι είμαστε οι 100% τέλειοι σύντροφοι και θα παντρευτούμε αμέσως, επί τόπου. Τι λες;"
"Ναι", λέει εκείνη, "αυτό ακριβώς πρέπει να κάνουμε".
Κι έτσι χώρισαν οι δρόμοι τους, εκείνη να πηγαίνει προς την ανατολή κι εκείνος προς τη δύση.
Όμως, η δοκιμασία που είχαν συμφωνήσει ήταν εντελώς περιττή. Δεν έπρεπε ποτέ να είχαν δεχτεί να την υποστούν, γιατί ήταν πράγματι οι 100% τέλειοι αγαπημένοι κι ήταν θαύμα ευθύς εξαρχής που είχαν συναντηθεί. Όμως, όντας τόσο νέοι, τους ήταν αδύνατο να καταλάβουν. Τα ψυχρά κι αδιάφορα κύματα της μοίρας είχαν βαλθεί να τους πετάξουν δεξιά κι αριστερά, ανελέητα.
Κάποιον χειμώνα, το αγόρι και το κορίτσι κόλλησαν τη φοβερή γρίπη της εποχής και, καθώς πάλευαν μεταξύ ζωής και θανάτου για αρκετές εβδομάδες, έχασαν όλες τις αναμνήσεις τους των προηγουμένων χρόνων. Όταν ξύπνησαν, τα κεφάλια τους ήταν τόσο άδεια όσο ο κουμπαράς του νεαρού D.H.Lawrence.
Όμως, ήταν και οι δυο έξυπνοι, αποφασισμένοι νέοι, και με τις άοκνες προσπάθειες τους κατάφεραν να αποκτήσουν ξανά τη γνώση και την αίσθηση που τους καθιστούσε ικανούς να επιστρέψουν ως πλήρη μέλη στην κοινωνία. Δόξα τω θεώ, έγιναν και πάλι σωστοί πολίτες, που γνώριζαν πως να πάνε απ' τη μια γραμμή του μετρό στην άλλη και ήταν απόλυτα ικανοί να στείλουν κατεπείγον γράμμα στο ταχυδρομείο. Μάλιστα,
βίωσαν και πάλι τον έρωτα, μερικές φορές έως το 75%, ακόμη έως το 85%.
Ο χρόνος πέρασε τρομακτικά γρήγορα και σύντομα το αγόρι έγινε 32 χρονών και το κορίτσι 30.
Ένα όμορφο πρωινό του Απρίλη, το αγόρι, γυρεύοντας μια κούπα καφέ για να ξεκινήσει την ημέρα του, πήγαινε από τη δύση προς την ανατολή, ενώ το κορίτσι, σκοπεύοντας να στείλει ένα κατεπείγον γράμμα, πήγαινε απ' την ανατολή προς τη δύση, και οι δυο στο ίδιο στενό δρομάκι της περιοχής Χαρατζουκου του Τόκιο. Πέρασε ο ένας δίπλα απ' τον άλλον στη μέση ακριβώς του δρόμου. Η αχνή λάμψη των χαμένων τους αναμνήσεων τρεμόσβησε για μια στιγμή μες στις καρδιές τους. Ένιωσαν την καρδιά τους να χτυπά σαν τρελή. Και κατάλαβαν:
Αυτή είναι για μένα το 100% τέλειο κορίτσι.
Αυτός είναι για μένα το 100% τέλειο αγόρι.
Μα η λάμψη των αναμνήσεων τους παραήταν αδύναμη, και οι σκέψεις τους δεν είχαν πλέον τη διαύγεια που είχαν πριν από 14 χρόνια. Χωρίς να πουν λέξη, πέρασε ο ένας δίπλα απ' τον άλλο κι εξαφανιστήκαν στο πλήθος. Για πάντα.
Λυπητερή ιστορία, δεν νομίζεις;
ΑΥΤΟ ΕΙΝΑΙ! Αυτό έπρεπε να της είχα πει.
Για να πω την αλήθεια, δεν είναι και τόσο όμορφη. Δεν ξεχωρίζει καθόλου.
Τα ρούχα της δεν έχουν κάτι ιδιαίτερο. Τα μαλλιά της στο πίσω μέρος του κεφαλιού έχουν χάσει τη φόρμα τους από τον ύπνο. Ούτε είναι και τόσο νέα - θα κοντεύει τα τριάντα, οπότε, για ν' ακριβολογούμε, δεν είναι καν "κορίτσι".
Κι όμως από πενήντα μέτρα μακριά, ξέρω ότι είναι το 100% τέλειο κορίτσι για μένα. Με το που τη βλέπω, αισθάνομαι την καρδιά μου να χτυπάει σαν τρελή μέσα στο στήθος μου και το στόμα μου να ξεραίνεται σαν την έρημο.
Ίσως να 'χεις δικό σου αγαπημένο τύπο κοριτσιού - με λεπτούς αστραγάλους ας πούμε, ή με μεγάλα μάτια, ή με δάχτυλα γεμάτα χάρη ή μπορεί να σε τραβούν χωρίς ιδιαίτερο λόγο, κορίτσια που τρώνε το γεύμα τους χωρίς να βιάζονται. Και 'γω βέβαια έχω τις προτιμήσεις μου. Όταν βρίσκομαι σ' εστιατόριο, μερικές φορές πιάνω τον εαυτό μου να χαζεύει το κορίτσι του διπλανού τραπεζιού, επειδή μ' αρέσει το σχήμα της μύτης της.
Όμως, δεν θα 'πρεπε κανείς να προσπαθεί να κατατάξει οπωσδήποτε το δικό του 100% τέλειο κορίτσι σ' έναν προκαθορισμένο τύπο. Για παράδειγμα, όσο κι αν μ' αρέσουν οι ωραίες μύτες, δεν μπορώ να θυμηθώ το σχήμα της δικής της - ούτε καν πρόσεξα τη μύτη της. Το μόνο που μπορώ να θυμηθώ με βεβαιότητα είναι πως δεν ήταν και καμιά κουκλάρα. Τι αλλόκοτο.
"Χθες στο δρόμο, πέρασα δίπλα απ' το 100% τέλειο κορίτσι"
λέω σε κάποιον.
"Ναι;" λέει. "Όμορφη;"
"Όχι, δεν θα το 'λεγα".
"Τότε; Ο αγαπημένος σου τύπος;"
"Δεν ξερώ. Μάλλον δεν μπορώ να θυμηθώ τίποτα γι' αυτήν -
για το σχήμα των ματιών της η για το μέγεθος του στήθους της".
"Παράξενο".
"Ναι, παράξενο".
"Τέλος πάντων", λέει έχοντας ήδη βαρεθεί, "τι έκανες; Της μίλησες; Την πήρες από πίσω;"
"Μπα. Απλά πέρασα δίπλα της στον δρόμο".
Εγώ πήγαινα ανατολικά, εκείνη δυτικά. Ήταν πράγματι ένα ωραίο πρωινό του Απρίλη.
Μακάρι να μπορούσα να της μιλήσω. Θα μου 'φτανε μισή ώρα: απλά να την ρωτήσω για τον εαυτό της, να της πω για μένα και - αυτό που θα 'θελα πραγματικά να κάνω - να της εξηγήσω για τα μπερδέματα της μοίρας που οδήγησαν στο να περάσουμε ο ένας δίπλα από τον άλλον σ 'ένα στενάκι στο Χαρατζουκου, ένα όμορφο πρωινό του Απρίλη. Σίγουρα, θα 'ταν μια συνάντηση γεμάτη ζεστασιά, γεμάτη μυστήριο, σαν ένα ρολόι αντίκα που φτιάχτηκε όταν υπήρχε παντού γαληνή στον κόσμο.
Αφού συζητούσαμε, θα τρώγαμε κάπου για μεσημέρι, ίσως να βλέπαμε καμιά ταινία του Γουντυ Αλλεν, και θα περνάγαμε απ' το μπαρ κάποιου ξενοδοχείου για κοκτέιλ. Με λίγη τύχη, θα μπορούσαμε να καταλήξουμε στο κρεβάτι.
Μια απ' τις πιθανότητες της ζωής, χτυπά την πόρτα της καρδιάς μου αυτή τη στιγμή.
Τώρα η απόσταση μεταξύ μας είχε μειωθεί στα δεκαπέντε μέτρα.
Πως να την πλησιάσω; Τι να της πω;
"Καλημέρα, δεσποινίς. Θα μπορούσατε να μου διαθέσετε μισή ώρα για λίγη κουβεντούλα;"
Γελοίο. Θ' ακουγόμουν σαν ασφαλιστής.
"Με συγχωρείται, μήπως ξέρετε εάν υπάρχει κάποιο καθαριστήριο που διανυκτερεύει στη γειτονιά;"
Όχι, αυτό είναι εξίσου γελοίο. Δεν κρατάω, βλέπεις και τίποτα ρούχα για καθάρισμα μαζί μου. Ποιος θα 'χαβε κάτι τέτοιο;"
Μπορεί απλά ν' αρκούσε η αλήθεια: "Καλημέρα. Είσαι για μένα το 100% τέλειο κορίτσι».
Όχι, δεν θα το πίστευε. Ακόμη κι αν το πίστευε, και πάλι, ίσως να μην ήθελε να μου μιλήσει. Λυπάμαι, θα μπορούσε να πει, ίσως να είμαι το 100% τέλειο κορίτσι για σένα, αλλά εσύ δεν είσαι το 100% τέλειο αγόρι για μένα. Θα μπορούσε να συμβεί κάτι τέτοιο. Κι αν βρισκόμουν σε μια τέτοια κατάσταση, πιθανότατα να γινόμουν κομμάτια. Ποτέ δεν θα συνερχόμουν απ' το σοκ.
Περνάμε μπροστά από ένα ανθοπωλείο. Μια μικρή μάζα ζεστού αέρα αγγίζει το δέρμα μου. Η άσφαλτος είναι υγρή και πιάνω το άρωμα απ' τα τριαντάφυλλα. Δεν τα καταφέρνω να της μιλήσω. Φοράει ένα άσπρο πουλοβερ και στο δεξί της χέρι κρατά έναν ατσαλάκωτο άσπρο φάκελο χωρίς γραμματόσημο. Αυτό είναι λοιπόν: Έχει γράψει γράμμα σε κάποιον, ίσως και να ξενύχτησε γράφοντας το, αν κρίνω απ'το νυσταγμένο βλέμμα της. Ο φάκελος θα μπορούσε να περιέχει όλα τα μυστικά της ζωής της.
Κάνω μερικά βήματα ακόμη και γυρίζω το κεφάλι προς τα πίσω: Χάθηκε στο πλήθος.
Τώρα βέβαια, ξέρω ακριβώς τι έπρεπε να της είχα πει. Θα ήταν, όμως ένας μεγάλος λόγος, παρά πολύ μεγάλος για να μπορέσω να τον εκφωνήσω σωστά. Οι ιδέες που μου 'ρχονται δεν είναι ποτέ ιδιαιτέρα πρακτικές.
Δεν βαριέσαι. Θα ξεκινούσα με το: "Μια φορά κι έναν καιρό" και θα κατέληγα: "Λυπητερή ιστορία, δεν νομίζεις;"
Μια φορά και έναν καιρό, ζούσαν ένα αγόρι κι ένα κορίτσι. Το αγόρι ήταν δεκαοχτώ και το κορίτσι δεκάξι. Εκείνος δεν ήταν ιδιαιτέρα ωραίος κι εκείνη δεν είχε κάποια ξεχωριστή ομορφιά. Ήταν ένα συνηθισμένο, μοναχικό αγόρι κι ένα συνηθισμένο, μοναχικό κορίτσι, όπως όλα τ' άλλα. Πίστευαν, όμως μ' όλη τους την καρδιά ότι κάπου στον κόσμο ζούσε το 100% τέλειο γι' αυτούς αγόρι και το 100% τέλειο κορίτσι. Ναι, πίστευαν σ' ένα θαύμα. Κι αυτό το θαύμα όντως βρήκε πραγματικό.
Μια μέρα, έτυχε οι δυο τους να συναντηθούν στη γωνιά κάποιου δρόμου.
"Απίστευτο!" είπε εκείνος. "Σ' έψαχνα όλη μου τη ζωή. Ίσως να μην το πιστέψεις, αλλά είσαι για μένα το 100% τέλειο κορίτσι".
"Κι εσύ", του απάντησε εκείνη, "είσαι για μένα το 100% τέλειο αγόρι, ακριβώς όπως σε φαντάστηκα, με κάθε λεπτομέρεια. Σαν όνειρο μου φαίνεται".
Κάθισαν σ' ένα παγκάκι στο πάρκο, κρατώντας τα χέρια, και διηγούνταν ο ένας στον άλλον την ιστορία της ζωής τους για ώρες ατελείωτες. Δεν ήταν μόνοι πλέον. Είχαν ανακαλύψει, και τους είχε ανακαλύψει, το 100% τέλειο έτερον ήμισυ τους. Τι θαυμάσιο πράγμα να βρίσκεις και να σ' έχει βρει, το 100% τέλειο έτερον ήμισυ σου. Μιλάμε για θαύμα, για ένα θαύμα του σύμπαντος.
Ενώ κάθονταν και μιλούσαν, όμως ένα ίχνος αμφιβολίας ρίζωσε στην καρδιά τους: Είναι σωστό, άραγε, να πραγματοποιούνται τα όνειρα κάποιου τόσο εύκολα;
Κι έτσι, όταν υπήρχε μια στιγμιαία παύση στη συζήτηση τους, το αγόρι είπε στο κορίτσι: "Ας περάσουμε μια δοκιμασία - μια και μοναδική. Αν είμαστε όντως οι 100% τέλειοι αγαπημένοι ο ένας για τον άλλο, τότε κάπου, κάποτε, θα ξανασυναντηθούμε οπωσδήποτε. Κι όταν συμβεί αυτό, θα ξέρουμε ότι είμαστε οι 100% τέλειοι σύντροφοι και θα παντρευτούμε αμέσως, επί τόπου. Τι λες;"
"Ναι", λέει εκείνη, "αυτό ακριβώς πρέπει να κάνουμε".
Κι έτσι χώρισαν οι δρόμοι τους, εκείνη να πηγαίνει προς την ανατολή κι εκείνος προς τη δύση.
Όμως, η δοκιμασία που είχαν συμφωνήσει ήταν εντελώς περιττή. Δεν έπρεπε ποτέ να είχαν δεχτεί να την υποστούν, γιατί ήταν πράγματι οι 100% τέλειοι αγαπημένοι κι ήταν θαύμα ευθύς εξαρχής που είχαν συναντηθεί. Όμως, όντας τόσο νέοι, τους ήταν αδύνατο να καταλάβουν. Τα ψυχρά κι αδιάφορα κύματα της μοίρας είχαν βαλθεί να τους πετάξουν δεξιά κι αριστερά, ανελέητα.
Κάποιον χειμώνα, το αγόρι και το κορίτσι κόλλησαν τη φοβερή γρίπη της εποχής και, καθώς πάλευαν μεταξύ ζωής και θανάτου για αρκετές εβδομάδες, έχασαν όλες τις αναμνήσεις τους των προηγουμένων χρόνων. Όταν ξύπνησαν, τα κεφάλια τους ήταν τόσο άδεια όσο ο κουμπαράς του νεαρού D.H.Lawrence.
Όμως, ήταν και οι δυο έξυπνοι, αποφασισμένοι νέοι, και με τις άοκνες προσπάθειες τους κατάφεραν να αποκτήσουν ξανά τη γνώση και την αίσθηση που τους καθιστούσε ικανούς να επιστρέψουν ως πλήρη μέλη στην κοινωνία. Δόξα τω θεώ, έγιναν και πάλι σωστοί πολίτες, που γνώριζαν πως να πάνε απ' τη μια γραμμή του μετρό στην άλλη και ήταν απόλυτα ικανοί να στείλουν κατεπείγον γράμμα στο ταχυδρομείο. Μάλιστα,
βίωσαν και πάλι τον έρωτα, μερικές φορές έως το 75%, ακόμη έως το 85%.
Ο χρόνος πέρασε τρομακτικά γρήγορα και σύντομα το αγόρι έγινε 32 χρονών και το κορίτσι 30.
Ένα όμορφο πρωινό του Απρίλη, το αγόρι, γυρεύοντας μια κούπα καφέ για να ξεκινήσει την ημέρα του, πήγαινε από τη δύση προς την ανατολή, ενώ το κορίτσι, σκοπεύοντας να στείλει ένα κατεπείγον γράμμα, πήγαινε απ' την ανατολή προς τη δύση, και οι δυο στο ίδιο στενό δρομάκι της περιοχής Χαρατζουκου του Τόκιο. Πέρασε ο ένας δίπλα απ' τον άλλον στη μέση ακριβώς του δρόμου. Η αχνή λάμψη των χαμένων τους αναμνήσεων τρεμόσβησε για μια στιγμή μες στις καρδιές τους. Ένιωσαν την καρδιά τους να χτυπά σαν τρελή. Και κατάλαβαν:
Αυτή είναι για μένα το 100% τέλειο κορίτσι.
Αυτός είναι για μένα το 100% τέλειο αγόρι.
Μα η λάμψη των αναμνήσεων τους παραήταν αδύναμη, και οι σκέψεις τους δεν είχαν πλέον τη διαύγεια που είχαν πριν από 14 χρόνια. Χωρίς να πουν λέξη, πέρασε ο ένας δίπλα απ' τον άλλο κι εξαφανιστήκαν στο πλήθος. Για πάντα.
Λυπητερή ιστορία, δεν νομίζεις;
ΑΥΤΟ ΕΙΝΑΙ! Αυτό έπρεπε να της είχα πει.
Monday, June 29, 2009
Ένα διάλειμμα παρακαλώ!!!
Delirium εξεταστικής. Δεν προλαβαίνεις ούτε να...!-που λέει ο λόγος. :) Μαθήματα απο δω, μαθήματα από κει- όπου και να γυρίσω καραδοκεί και από ένα βιβλίο σε συνδυασμό πάντα με σημειώσεις, όλο το πακέτο. Υπομόνη.. λένε όσοι δεν το τραβάνε αυτό και συνεπώς, δεν αντιλαμβάνονται τη δυσκολία της κατάστασης. Μα δεν μπορώ να συγκεντρωθώ βρε άνθρωποι!! Καλοκαιράκι, έχουν ανοίξει όλα τα φεστιβάλ, συναυλίες παντού, εκδηλώσεις στην Αθήνα (ούτε στη γιορτη της μουσικής δεν πρόλαβα να πάω!) και εσύ μου λες απλά : "ΥΠΟΜΟΝΗ" ;;; Ε, όχι. Αυτό ήταν. Γι' αυτό και την Παρασκευή πήγα Maraveyas Ilegal Παπάγου, έτσι για να ξεσαλώσω λίγο και να μαζέψω (θετική) ενέργεια για τις μέρες που θα'ρθουν. Επίσης, θα ήθελα να ενημερώσω τους απανταχού fans ότι ο Κωστής ετοιμάζει καινούριο cd το οποίο θα κυκλοφορήσει το Σεπτέμβριο. Την Παρασκευή είχαμε την τιμή να ακούσουμε πρώτοι το νέο του τραγούδι : "Δύο γυναίκες" - κατά πάσα πιθανότητα θα είναι και το όνομα του άλμπουμ. Ένα δείγμα από το τραγουδάκι :
"Πριν από χρόνια μ'είχε χωρίσει για κάποιον άλλο μ'είχε αφήσει,
μα το μετάνιωσε ποιος ξέρει, ήρθε μου ζήτησε το χέρι.
Ποτέ δεν έσβησε ο έρως, το παραδέχομαι ευθέως,
Μία γυναίκα ήδη έχω, δε θέλω κ άλλη,
Δεν ξέρω αν τ'αντέχω!
Πώς να βολέψω στο ίδιο κρεβάτι δύο γυναίκες με μία βραδιά,
Δύο αγάπες, πωπω τι γινάτι,
Πώς να χωρέσουν σε μία καρδιά!
Πριν από χρόνια μ'είχε χωρίσει για κάποιον άλλο μ'είχε αφήσει,
Θα το μετάνιωσε ποιος ξέρει, ήρθε μου ζήτησε το χέρι.
Μία στον ύπνο, μία στον ξύπνιο, μία στο χάδι, η άλλη στο νάζι
Σε ποια να πω, δεν ξέρω, αντίο,
Πω πω πεθαίνω και για τις δύο!"
Υ.Γ.Και οι Cabaret Balkan καταπληκτικοι!!
"Πριν από χρόνια μ'είχε χωρίσει για κάποιον άλλο μ'είχε αφήσει,
μα το μετάνιωσε ποιος ξέρει, ήρθε μου ζήτησε το χέρι.
Ποτέ δεν έσβησε ο έρως, το παραδέχομαι ευθέως,
Μία γυναίκα ήδη έχω, δε θέλω κ άλλη,
Δεν ξέρω αν τ'αντέχω!
Πώς να βολέψω στο ίδιο κρεβάτι δύο γυναίκες με μία βραδιά,
Δύο αγάπες, πωπω τι γινάτι,
Πώς να χωρέσουν σε μία καρδιά!
Πριν από χρόνια μ'είχε χωρίσει για κάποιον άλλο μ'είχε αφήσει,
Θα το μετάνιωσε ποιος ξέρει, ήρθε μου ζήτησε το χέρι.
Μία στον ύπνο, μία στον ξύπνιο, μία στο χάδι, η άλλη στο νάζι
Σε ποια να πω, δεν ξέρω, αντίο,
Πω πω πεθαίνω και για τις δύο!"
Υ.Γ.Και οι Cabaret Balkan καταπληκτικοι!!
Saturday, May 23, 2009
Σαλόνικα
Ήμουν Θεσσαλονίκη το σ/κ που μας πέρασε και νιώθω πως ότι και να πω γι'αυτή την πόλη είναι λίγο. Με το που πάτησα το πόδι μου η ενέργειά της με διαπέρασε... Είναι απίστευτο το πόσο πολύ μπορεί να αλλάξει η διάθεσή σου αναλόγως την ενέργεια στην οποία εκτίθεσαι. 3 βράδια κοιμήθηκα στη συμπρωτεύσουσα και από εκεί που ήμουν στα χειρότερά μου πριν φύγω, μες στο άγχος και την κατάθλιψη, ως δια μαγείας όταν γύρισα ήμουν τόοοσο χαρούμενη...και είμαι ακόμα δηλαδή. Όλη αυτή την ενέργεια τη μάζεψα μέσα σε 3 μέρες μόνο... είναι απίστευτη η Σαλονίκη το καλοκαίρι.. Η βόλτα στην παραλία, και αυτή τη φορά κυκλοφορούσαν πολύ ωραία τυπάκια λόγω της συναυλίας των ska-p, στην οποία παρεβρέθηκα όπως ήταν φυσικό!! :D Παιδιά στο γρασίδι κάτω από το λευκό πύργο να παίζουν κορίνες και μπαλάκια, παιδιά με χράματα στα μαλλιά, παιδιά γεμάτα θετική ενέργεια!! Πρώτο βράδυ, θεατρική παράσταση "Λυσιστράτη' των ΤΕΙ Θεσ/νίκης και μετά στο Λιμάνι(παρέα με τον κύριο Κανάκη!!χαχα) να χτυπιόμαστε με Offspring,Rehab,Ξύλινα και Κίτρινα(ποδήλατα!!)-Θέλω να ζήσω μέσα στη μέρα θέλω τα χέρια να σηκώνω στον αέρα..!!Θέλω τον ήλιο και οξυγόνο.....!!- Το βράδυ μετά τη συναυλία στο Αριστοτέλειο που είχε πάρτυ να καθόμαστε όλοι κάτω και να μη μας νοιάζει τίποτα..Και μετά στο μπαρ-πλοιαράκι να τσουγκρίζουμε ποτήρια γεμάτα μπύρα με τους ska-p και να χορεύουμε σε ροκ ρυθμούς...Open up my eager eyes...Cos I'm Mr.(Mrs)Brightside...! :)
Ααααχχχχ...Αυτά είναι............! :))
Ααααχχχχ...Αυτά είναι............! :))
Monday, May 11, 2009
2η Πανελλαδική Ποδηλατοπορεία!!
Όβερ. Εδώ ηλιοκαμένη ηλιαχτίδα. Ηλιοκαμένη γιατί;;; Μα φυσικά γιατί παρεβρέθηκα κι εγώ (όπως και 4 με 5 χιλιάδες άνθρωποι) στην ποδηλατοπορεία στις 10 Μαϊου στις 12 το μεσημερι. Η εκκινηση έγινε στο άγαλμα του Αγ.Κων/νου στο Πεδίο του Άρεως ενώ γυρίσαμε το κέντρο της Αθήνας με γέλια, συνθήματα, φωνές και σφυρίγματα!!(κάνει και ρίμα!χαχα) Μουσική και κλάξον ακούγονταν παντού.
-"Ρε παιδιά, έχουμε και δουλειές!Δεν είμαστε όλοι δημόσιοι υπάλληλοι!"-οδηγός Ι.Χ. προφανώς απηυδησμένος!χαχα
-"Φαντάσου όλοι αυτοί να ήταν άνθρωποι που πάνε στη δουλειά το πρωί..."-ονειροπόλος ποδηλάτης
-"Ποιο πήρες πρώτο; το γυαλί ή το ποδήλατο;"-πέφτουλας ποδηλάτης. ;Ρ
-"Κοπελιά πρέπει να ανεβάσεις τη σέλα, για να μπορείς να κάνεις ορθοπεταλιά"-ξερόλας(κατα τ'άλλα άσχετος) ποδηλάτης
-"τουρουρου!!!!!(τρομπέτα)"-μουσικός ποδηλάτης
Ότι κι άν ήταν ο καθένας μας, ήμασταν όλοι εκεί, απολαύσαμε τη στιγμή, χαρήκαμε το θέαμα, κάναμε νέες γνωριμίες, μα πάνω απ' όλα ζωντανέψαμε αυτη την πόληηηηηηηηηηηηη!!!!!!!!!!!!!!!!!!
Monday, April 6, 2009
Ο Ζογκλέρ και το κορίτσι ΙV
Όταν γύρισε, το πρώτο πράγμα που έκανε ήταν να πάει να βρει εκείνον. Δεν είχε αλλάξει η κατάστασή του. Καθόταν μες στο σπίτι και ούτε παραστάσεις δεν έβγαινε πια να δώσει. Η έκπληξή της τον άφησε άφωνο. Τη φίλησε και στα δύο μάγουλα, την πήρε στην αγκαλιά του και τη στριφογύριζε πολύ γρήγορα. Φώναζε, χοροπηδούσε και χάιδευε τη μπαλίτσα ασταμάτητα. Την επόμενη μέρα το πρωί το κορίτσι τον είδε να ετοιμάζεται για τα κόλπα του έχοντας μαζί και την μπάλα του. Αυτή τη φορά τον χαιρέτησε και ένιωσε τόσο όμορφα που ξεκίνησε η μέρα της με το γλυκό αυτό χαμόγελο. Στο γυρισμό από το σχολείο είδε πλήθος μαζεμένο και στην αρχή νόμιζε ότι κάποιος είχε πάθει κάτι. Στο άκουσμα του πρώτου χειροκροτήματος κατάλαβε. Έτσι συνέχισε το δρόμο της χαμογελώντας. Εν τω μεταξύ, στους γονείς της που είχαν πεθάνει από την αγωνία όλες αυτές τις μέρες είπε την αλήθεια. Στην αρχή θύμωσαν, μετά όμως τη θαύμασαν. Μάλιστα, την ίδια μέρα έφυγαν και εκείνοι για ένα ταξίδι στις Βρυξέλλες!
Μια φωτεινή μέρα ξημέρωσε και η κοπέλα ήταν τόσο χαρούμενη που δεν είχε σχολείο. Το χτύπημα στην πόρτα την έκανε να σηκωθεί από το κρεβάτι. Ήταν εκείνος. «Δεν σε είδα σήμερα. Δεν έχεις σχολείο;» ‘Όχι», απάντησε η κοπέλα. «Ξέρεις… Ήρθα να σου πω κάτι που δεν ξέρω αν θα σε στενοχωρήσει και πόσο… ή αν θα σε κάνει χαρούμενη. Να… Φεύγω.» «Που πάς;», είπε με νοσταλγικό βλέμμα. «Πάω να ξανακατακτήσω τις πόλεις του κόσμου. Αυτή τη φορά αλλιώς. Θα δίνω παραστάσεις σε παιδιά και ανθρώπους που το έχουν ανάγκη. Θα επισκεφτώ κι άλλες πόλεις και κυρίως χώρες φτωχές και χώρες σε κατάσταση πολέμου, όπου τα παιδιά δεν έχουν πολλούς τρόπους διασκέδασης.» «Να προσέχεις μόνο… Ξέρεις ότι είσαι ελεύθερος να κάνεις ό, τι θέλεις. Και αυτό που σκέφτηκες να κάνεις είναι πολύ όμορφο…» «Ξέρεις, μ’ αρέσει να φεύγω. Έτσι έχω μάθει άλλωστε. Κάποτε έφευγα γιατί με ενοχλούσαν πράγματα που συνέβαιναν είτε σε μένα είτε γύρω μου. Τελικά κατάλαβα ότι αυτό που μ’ ενοχλούσε περισσότερο απ’ όλα ήταν ο εαυτός μου. Τώρα φεύγω για να τον ξαναβρώ.» «Καλό σου ταξίδι…»
Μερικά χρόνια μετά.
Μια κοπέλα κάθεται στο σιντριβάνι της πλατείας και διαβάζει. Ακούει δύο περαστικούς να συζητάνε: «Εδώ, κάποτε έδινε παραστάσεις δρόμου ο πασίγνωστος Ζεντό.» Μυρωδιά από γιασεμί. Ξαφνικά. Και ένα μαύρο στρογγυλό καπελάκι. Τα χρώματα πάνω του παίζουν με τη ματιά της. Δε χρειάστηκε να πει κανείς τίποτα. Μόνο το σιντριβάνι συνέχισε να παραπονιέται για τη σκουριά από τα κέρματα με τις ευχές των περαστικών και το πλήθος να ακολουθεί τη συνηθισμένη του πορεία, ενώ δύο άγνωστοι φιλιόντουσαν κάτω από τις παιχνιδιάρικες ηλιαχτίδες του μεσημεριού.
Μια φωτεινή μέρα ξημέρωσε και η κοπέλα ήταν τόσο χαρούμενη που δεν είχε σχολείο. Το χτύπημα στην πόρτα την έκανε να σηκωθεί από το κρεβάτι. Ήταν εκείνος. «Δεν σε είδα σήμερα. Δεν έχεις σχολείο;» ‘Όχι», απάντησε η κοπέλα. «Ξέρεις… Ήρθα να σου πω κάτι που δεν ξέρω αν θα σε στενοχωρήσει και πόσο… ή αν θα σε κάνει χαρούμενη. Να… Φεύγω.» «Που πάς;», είπε με νοσταλγικό βλέμμα. «Πάω να ξανακατακτήσω τις πόλεις του κόσμου. Αυτή τη φορά αλλιώς. Θα δίνω παραστάσεις σε παιδιά και ανθρώπους που το έχουν ανάγκη. Θα επισκεφτώ κι άλλες πόλεις και κυρίως χώρες φτωχές και χώρες σε κατάσταση πολέμου, όπου τα παιδιά δεν έχουν πολλούς τρόπους διασκέδασης.» «Να προσέχεις μόνο… Ξέρεις ότι είσαι ελεύθερος να κάνεις ό, τι θέλεις. Και αυτό που σκέφτηκες να κάνεις είναι πολύ όμορφο…» «Ξέρεις, μ’ αρέσει να φεύγω. Έτσι έχω μάθει άλλωστε. Κάποτε έφευγα γιατί με ενοχλούσαν πράγματα που συνέβαιναν είτε σε μένα είτε γύρω μου. Τελικά κατάλαβα ότι αυτό που μ’ ενοχλούσε περισσότερο απ’ όλα ήταν ο εαυτός μου. Τώρα φεύγω για να τον ξαναβρώ.» «Καλό σου ταξίδι…»
Μερικά χρόνια μετά.
Μια κοπέλα κάθεται στο σιντριβάνι της πλατείας και διαβάζει. Ακούει δύο περαστικούς να συζητάνε: «Εδώ, κάποτε έδινε παραστάσεις δρόμου ο πασίγνωστος Ζεντό.» Μυρωδιά από γιασεμί. Ξαφνικά. Και ένα μαύρο στρογγυλό καπελάκι. Τα χρώματα πάνω του παίζουν με τη ματιά της. Δε χρειάστηκε να πει κανείς τίποτα. Μόνο το σιντριβάνι συνέχισε να παραπονιέται για τη σκουριά από τα κέρματα με τις ευχές των περαστικών και το πλήθος να ακολουθεί τη συνηθισμένη του πορεία, ενώ δύο άγνωστοι φιλιόντουσαν κάτω από τις παιχνιδιάρικες ηλιαχτίδες του μεσημεριού.
Sunday, April 5, 2009
O Zογκλέρ και το κορίτσι ΙΙΙ
«Μαμά, ξέρεις εσύ τι είναι ζογκλέρ;», ρώτησε την άλλη μέρα το κορίτσι. «Ναι παιδί μου. Είναι κάτι σαν τους κλόουν. Κάνουν κόλπα για να διασκεδάζουν παιδιά σαν εσένα.». «Εσύ, μπαμπά;» «Είναι κάτι αργόσχολοι που δεν θέλουν να δουλεύουν και κάνουν ότι πιο τρελό τους κατέβει για να κερδίσουν λεφτά». «Ζογκλέρ είναι αυτός που έχει όνειρα και δε διστάζει να τα πραγματοποιήσει», είπε και έκλεισε την πόρτα πίσω της. Σήμερα δε θα πήγαινε σχολείο. Σήμερα ήταν μια διαφορετική μέρα. Όλα έλαμπαν.
Πήρε το πρώτο τρένο για Βρυξέλλες και το πρώτο πράγμα που έκανε ήταν να ρωτήσει πού συνήθιζε να δίνει παραστάσεις δρόμου ο Ζεντό ο διάσημος ζογκλέρ. Λίγοι τον θυμούνταν ακόμα και τελικά βρήκε κάποιον που την κατατόπισε. Ήταν μια μπάλα αυτό που έψαχνε. Πόσο μακριά θα μπορούσε να είχε πάει; Σίγουρα αγαπούσε το Ζεντό, δε θα μπορούσε να απομακρυνθεί πολύ από το σημείο όπου βρέθηκαν μαζί τελευταία φορά, όση ανάγκη και να είχε να μείνει μακριά του. Αρχικά, έψαξε όλα τα σημεία γύρω από την πλατεία. Τίποτα. Την επόμενη μέρα έτυχε να γνωρίσει έναν περίεργο ηλικιωμένο κύριο, καθώς έτρωγε το μεσημεριανό της σάντουιτς με πίκλες. Την πλησίασε και της είπε ότι φαίνεται πολύ ενδιαφέρον άτομο και ότι έχει ένα μαγαζί που σίγουρα θα την ενδιαφέρει. Τρίτη μέρα στις Βρυξέλλες και έψαχνε την οδό που βρισκόταν το μαγαζί. Μετά από λίγη ώρα βρέθηκε μπροστά από μία παλιά επιγραφή: «Παιχνίδια που έχουν να πουν μια ιστορία…». Μπήκε μέσα και αμέσως ο περίεργος παππούλης άρχισε να την ξεναγεί στο μαγαζί: «Από δω τα στρατιωτάκια που έπαιζε ο Χίτλερ μικρός, το τρενάκι που ταξίδεψε σε όλες τις ηπείρους με τον εξερευνητή Κουστώ σε νεαρή ηλικία και από δω…» Και τότε την είδε. Είχε μεσαίο μέγεθος, πράσινη με κόκκινες, μπλε και λευκές ρίγες και ένα μικρό, μωβ κροκοδειλάκι σε ένα σημείο της. «…Η μπάλα του διάσημου ζογκλέρ Ζεντό», συνέχισε τα λόγια του γεράκου η κοπέλα. «είσαι πολύ καλά διαβασμένη νεαρή μου. Αυτή τη μπάλα τη βρήκα πριν ένα χρόνο να περιπλανιέται στα στενά γύρω από την κεντρική πλατεία των Βρυξελλών. Ήταν βρώμικη, γεμάτη σκόνη και έτοιμη να χάσει τον αέρα που έχει μέσα της. Την έφερα εδώ, την έπλυνα, τη φούσκωσα όσο χρειαζόταν και όταν άρχισε να μ’ εμπιστεύεται μου τα είπε όλα. Υποσχέθηκα να τη δώσω μόνο σε όποιον θα μπορούσε να τη φέρει ξανά κοντά του, αλλιώς θα μείνει για πάντα εδώ.» «να είστε σίγουρος ότι μαζί μου θα γυρίσει κοντά του.» «Είμαι», είπε και γέλασε πονηρά κάτω από το κατάλευκο μουστάκι του. Της την τύλιξε σε τυρκουάζ χαρτί προσεκτικά και καθώς έφευγε της είπε: «Ζω σ’ αυτό τον κόσμο σχεδόν εκατόν τριάντα χρόνια και το πιο σοφό πράγμα που έμαθα ποτέ είναι πως αν θέλεις να ισορροπήσεις πάνω σε μπάλες θα τα καταφέρεις. Αρκεί να μη φτάσεις στο σημείο να μη σε αντέχουν ούτε αυτές. Μη γεμίσεις ποτέ με αρνητικά στοιχεία τον εαυτό σου, τόσο ώστε να μη σε αντέχουν οι μπάλες της ζωής σου.» «Ευχαριστώ!», είπε η μικρή και έφυγε.
(συνεχίζεται...)
Πήρε το πρώτο τρένο για Βρυξέλλες και το πρώτο πράγμα που έκανε ήταν να ρωτήσει πού συνήθιζε να δίνει παραστάσεις δρόμου ο Ζεντό ο διάσημος ζογκλέρ. Λίγοι τον θυμούνταν ακόμα και τελικά βρήκε κάποιον που την κατατόπισε. Ήταν μια μπάλα αυτό που έψαχνε. Πόσο μακριά θα μπορούσε να είχε πάει; Σίγουρα αγαπούσε το Ζεντό, δε θα μπορούσε να απομακρυνθεί πολύ από το σημείο όπου βρέθηκαν μαζί τελευταία φορά, όση ανάγκη και να είχε να μείνει μακριά του. Αρχικά, έψαξε όλα τα σημεία γύρω από την πλατεία. Τίποτα. Την επόμενη μέρα έτυχε να γνωρίσει έναν περίεργο ηλικιωμένο κύριο, καθώς έτρωγε το μεσημεριανό της σάντουιτς με πίκλες. Την πλησίασε και της είπε ότι φαίνεται πολύ ενδιαφέρον άτομο και ότι έχει ένα μαγαζί που σίγουρα θα την ενδιαφέρει. Τρίτη μέρα στις Βρυξέλλες και έψαχνε την οδό που βρισκόταν το μαγαζί. Μετά από λίγη ώρα βρέθηκε μπροστά από μία παλιά επιγραφή: «Παιχνίδια που έχουν να πουν μια ιστορία…». Μπήκε μέσα και αμέσως ο περίεργος παππούλης άρχισε να την ξεναγεί στο μαγαζί: «Από δω τα στρατιωτάκια που έπαιζε ο Χίτλερ μικρός, το τρενάκι που ταξίδεψε σε όλες τις ηπείρους με τον εξερευνητή Κουστώ σε νεαρή ηλικία και από δω…» Και τότε την είδε. Είχε μεσαίο μέγεθος, πράσινη με κόκκινες, μπλε και λευκές ρίγες και ένα μικρό, μωβ κροκοδειλάκι σε ένα σημείο της. «…Η μπάλα του διάσημου ζογκλέρ Ζεντό», συνέχισε τα λόγια του γεράκου η κοπέλα. «είσαι πολύ καλά διαβασμένη νεαρή μου. Αυτή τη μπάλα τη βρήκα πριν ένα χρόνο να περιπλανιέται στα στενά γύρω από την κεντρική πλατεία των Βρυξελλών. Ήταν βρώμικη, γεμάτη σκόνη και έτοιμη να χάσει τον αέρα που έχει μέσα της. Την έφερα εδώ, την έπλυνα, τη φούσκωσα όσο χρειαζόταν και όταν άρχισε να μ’ εμπιστεύεται μου τα είπε όλα. Υποσχέθηκα να τη δώσω μόνο σε όποιον θα μπορούσε να τη φέρει ξανά κοντά του, αλλιώς θα μείνει για πάντα εδώ.» «να είστε σίγουρος ότι μαζί μου θα γυρίσει κοντά του.» «Είμαι», είπε και γέλασε πονηρά κάτω από το κατάλευκο μουστάκι του. Της την τύλιξε σε τυρκουάζ χαρτί προσεκτικά και καθώς έφευγε της είπε: «Ζω σ’ αυτό τον κόσμο σχεδόν εκατόν τριάντα χρόνια και το πιο σοφό πράγμα που έμαθα ποτέ είναι πως αν θέλεις να ισορροπήσεις πάνω σε μπάλες θα τα καταφέρεις. Αρκεί να μη φτάσεις στο σημείο να μη σε αντέχουν ούτε αυτές. Μη γεμίσεις ποτέ με αρνητικά στοιχεία τον εαυτό σου, τόσο ώστε να μη σε αντέχουν οι μπάλες της ζωής σου.» «Ευχαριστώ!», είπε η μικρή και έφυγε.
(συνεχίζεται...)
Friday, April 3, 2009
Ο Ζογκλέρ και το κορίτσι ΙΙ
Την επόμενη μέρα το πρωί πέρασε από το σημείο του αλλά εκείνος δεν ήταν εκεί, Σκέφτηκε ότι απλά μπορεί να είχε αργήσει να έρθει. Όμως ούτε και το απόγευμα που ξαναπέρασε τον είδε. Τότε ήταν που η καρδιά της άρχισε να χτυπά τόσο δυνατά από την αγωνία αν θα τον ξανάβλεπε που νόμιζε ότι θα έβγαινε από το στήθος της και θα πέταγε. Δεν κοιμήθηκε εκείνο το βράδυ και την επόμενη μέρα είπε ψέματα πως θα πήγαινε στη φίλη της και έφτασε μέχρι την είσοδο εκείνης της παλιάς πολυκατοικίας με το φουντωτό γιασεμί. Το παράθυρο ήταν ανοιχτό και μέσα καθόταν ο άντρας με τις πολύχρωμες κάλτσες. Είχε αγκαλιά ένα μωβ κροκοδειλάκι και το βλέμμα του έμοιαζε χαμένο τόσο, που δεν παρατήρησε μια λεπτή σιλουέτα να κινείται έξω από το παράθυρό του.
Με μια αποφασιστική κίνηση χτύπησε το παράθυρο. Απότομα εκείνος σήκωσε το βλέμμα του και την κοίταξε απορημένος. «Μήπως μπορείτε να μου ανοίξετε γιατί έχω ξεχάσει τα κλειδιά μου και η μαμά μου δεν είναι εδώ;». Εκείνος έφτασε μέχρι την πόρτα να της ανοίξει. Τον παρατηρούσε τώρα από τόσο κοντά. Τα μαλλιά του ήταν καστανά και κοντοκουρεμένα και το πρόσωπό του χάραζαν λίγες ρυτίδες έκφρασης. ‘Αν θες μπορείς να πιεις ένα τσάι στο σπίτι μου μέχρι να έρθει η μαμά σου». Η κοπέλα κατέβηκε μαζί του στο υγρό υπόγειο, αλλά μόλις πέρασε το κατώφλι της πόρτας του ήταν σα να έμπαινε σε έναν άλλο κόσμο. Η ενέργεια που απέπνεε ο μικρός κατά τ’ άλλα αυτός χώρος ήταν ασύγκριτη. Κοίταζε από κοντά τις αφίσες στους τοίχους. Όλες έγραφαν το ίδιο: «Ζεντό ο Ζογκλέρ», και από κάτω μέρος και ημερομηνία εμφάνισης. Την κοίταξε με την άκρη του ματιού του. «Ναι, εγώ είμαι αυτός στις αφίσες. Κάποτε ήμουν διάσημος. Έκανα νούμερα που άλλος ζογκλέρ δεν είχε ξανακάνει. Εμφανιζόμουν στα πιο γνωστά θέατρα της Ευρώπης, σε Γαλλία, Γερμανία, Ολλανδία και αλλού. Έβγαινα στο δρόμο και όλοι έτρεχαν να θαυμάσουν το διάσημο Ζεντό και τα πρωτότυπα κόλπα του». Της προσέφερε το τσάι και έκατσε σε μια καρέκλα γεμάτη τσαλακωμένα ρούχα. «Και τώρα; Τι σου συνέβη;», ρώτησε εκείνη. «Είναι κάτι που συνέβη μερικά χρόνια πριν.. Όχι πολλά, αρκετά όμως για να με ξεχάσουν όλοι όσοι με λάτρευαν κάποτε… Ήταν μια πολύ συννεφιασμένη μέρα. Ήμουν σε μια πλατεία στις Βρυξέλλες και έδινα παράσταση. Κόσμος είχε μαζευτεί γύρω μου, όπως κάθε φορά. Ώσπου ήρθε η στιγμή να κάνω το καλύτερο κόλπο μου και το πιο δύσκολο, με την αγαπημένη μου μπάλα. Το κόλπο ήταν να κατέβω μερικά σκαλιά ισορροπώντας πάνω στη μπάλα με αρκετή φόρα. Δεν είχε κέφια όμως εκείνη τη μέρα η μπάλα μου και η αλήθεια είναι πως την είχα παραμελήσει αρκετά εκείνο τον καιρό. Καταλαβαίνεις, ήμουν τόσο μικρός κι όμως τόσο διάσημος που είχαν πάρει τα μυαλά μου αέρα. Δεν πρόλαβα να ξεκινήσω το νούμερο και είχα βρεθεί φαρδύς-πλατύς πάνω στα σκαλιά με τη μπάλα να έχει φύγει μέτρα μακριά. Δεν ξαναγύρισε ποτέ. Κι ας ήξερε ότι χάρη σ’ εκείνη έγινα αυτό που είμαι. Την είχα από πολύ μικρός. Ήταν το πρώτο παιχνίδι που έπιασα στα χέρια μου. Η πηγή έμπνευσής μου. Μαζί με αυτή έχασα και την έμπνευση και τη δόξα μου. Αλλά φαίνεται δεν ήθελε να μείνει άλλο κοντά μου. Την είχε κουράσει αυτή η αδικαιολόγητη ματαιοδοξία μου βλέπεις…». Και το βλέμμα του έγινε και πάλι μια μετέωρη γραμμή.
(συνεχίζεται...)
Με μια αποφασιστική κίνηση χτύπησε το παράθυρο. Απότομα εκείνος σήκωσε το βλέμμα του και την κοίταξε απορημένος. «Μήπως μπορείτε να μου ανοίξετε γιατί έχω ξεχάσει τα κλειδιά μου και η μαμά μου δεν είναι εδώ;». Εκείνος έφτασε μέχρι την πόρτα να της ανοίξει. Τον παρατηρούσε τώρα από τόσο κοντά. Τα μαλλιά του ήταν καστανά και κοντοκουρεμένα και το πρόσωπό του χάραζαν λίγες ρυτίδες έκφρασης. ‘Αν θες μπορείς να πιεις ένα τσάι στο σπίτι μου μέχρι να έρθει η μαμά σου». Η κοπέλα κατέβηκε μαζί του στο υγρό υπόγειο, αλλά μόλις πέρασε το κατώφλι της πόρτας του ήταν σα να έμπαινε σε έναν άλλο κόσμο. Η ενέργεια που απέπνεε ο μικρός κατά τ’ άλλα αυτός χώρος ήταν ασύγκριτη. Κοίταζε από κοντά τις αφίσες στους τοίχους. Όλες έγραφαν το ίδιο: «Ζεντό ο Ζογκλέρ», και από κάτω μέρος και ημερομηνία εμφάνισης. Την κοίταξε με την άκρη του ματιού του. «Ναι, εγώ είμαι αυτός στις αφίσες. Κάποτε ήμουν διάσημος. Έκανα νούμερα που άλλος ζογκλέρ δεν είχε ξανακάνει. Εμφανιζόμουν στα πιο γνωστά θέατρα της Ευρώπης, σε Γαλλία, Γερμανία, Ολλανδία και αλλού. Έβγαινα στο δρόμο και όλοι έτρεχαν να θαυμάσουν το διάσημο Ζεντό και τα πρωτότυπα κόλπα του». Της προσέφερε το τσάι και έκατσε σε μια καρέκλα γεμάτη τσαλακωμένα ρούχα. «Και τώρα; Τι σου συνέβη;», ρώτησε εκείνη. «Είναι κάτι που συνέβη μερικά χρόνια πριν.. Όχι πολλά, αρκετά όμως για να με ξεχάσουν όλοι όσοι με λάτρευαν κάποτε… Ήταν μια πολύ συννεφιασμένη μέρα. Ήμουν σε μια πλατεία στις Βρυξέλλες και έδινα παράσταση. Κόσμος είχε μαζευτεί γύρω μου, όπως κάθε φορά. Ώσπου ήρθε η στιγμή να κάνω το καλύτερο κόλπο μου και το πιο δύσκολο, με την αγαπημένη μου μπάλα. Το κόλπο ήταν να κατέβω μερικά σκαλιά ισορροπώντας πάνω στη μπάλα με αρκετή φόρα. Δεν είχε κέφια όμως εκείνη τη μέρα η μπάλα μου και η αλήθεια είναι πως την είχα παραμελήσει αρκετά εκείνο τον καιρό. Καταλαβαίνεις, ήμουν τόσο μικρός κι όμως τόσο διάσημος που είχαν πάρει τα μυαλά μου αέρα. Δεν πρόλαβα να ξεκινήσω το νούμερο και είχα βρεθεί φαρδύς-πλατύς πάνω στα σκαλιά με τη μπάλα να έχει φύγει μέτρα μακριά. Δεν ξαναγύρισε ποτέ. Κι ας ήξερε ότι χάρη σ’ εκείνη έγινα αυτό που είμαι. Την είχα από πολύ μικρός. Ήταν το πρώτο παιχνίδι που έπιασα στα χέρια μου. Η πηγή έμπνευσής μου. Μαζί με αυτή έχασα και την έμπνευση και τη δόξα μου. Αλλά φαίνεται δεν ήθελε να μείνει άλλο κοντά μου. Την είχε κουράσει αυτή η αδικαιολόγητη ματαιοδοξία μου βλέπεις…». Και το βλέμμα του έγινε και πάλι μια μετέωρη γραμμή.
(συνεχίζεται...)
Thursday, April 2, 2009
Ο Ζογκλέρ και το κορίτσι
Ήταν μέρες τώρα που τον έβλεπε να παίζει με εκείνα τα μεγάλα κόκκινα μπαλάκια του. Αφύσικα μεγάλα για να τα αποκαλεί κανείς «μπαλάκια» αλλά και αρκετά μικρά ώστε να μη μπορείς να τα πεις «μπάλες». Καθόταν πάντα και τον κοίταζε. Τα κόλπα του της φαίνονταν αξιοθαύμαστα και το στρογγυλό καπελάκι που φορούσε πάντα πολύ περίεργο. Πριν από αυτόν δεν είχε ξαναδεί κανέναν να τα κάνει και δεν ήξερε ότι άνθρωπος μπορεί να κάνει τέτοια κόλπα. Τον έβλεπε το πρωί που πήγαινε στο σχολείο να στήνει τα λίγα σύνεργα που κουβαλούσε κάθε φορά μαζί του και το απόγευμα που γύριζε ήταν κάθε φορά εκεί και έκανε τα κόλπα του. Τότε ήταν που καθόταν και τον χάζευε.. λίγο πάντα γιατί έπρεπε να γυρίσει σπίτι. «Μακάρι να μην είχα σχολείο μια μέρα, να έβλεπα όλα του τα κόλπα, από την αρχή ως το τέλος, να μην έχανα ούτε ένα..», σκεφτόταν κάθε φορά που ερχόταν η ώρα να φύγει. Για Σαββατοκύριακα ούτε λόγος. Είχε τόσα ιδιαίτερα μαθήματα που δεν προλάβαινε ούτε να βγει από το σπίτι ως το απόγευμα.
Μια μέρα αποφάσισε να πει στη μητέρα της ότι θα πήγαινε να φάει σε μια φίλη της μετά το σχολείο κι ότι θα γυρνούσε το απόγευμα. Έτσι, μπορεί να μην κατάφερνε να παρακολουθήσει όλα του τα κόλπα αλλά θα έβλεπε τουλάχιστον από πού έρχεται κάθε πρωί και πού πάει κάθε απόγευμα αυτός ο αξιοπερίεργος άντρας. Έτσι κι έκανε, λοιπόν, εκείνη τη μέρα έκατσε ως το τέλος και μετά άρχισε να βηματίζει σιγανά πίσω του. Σε όλη τη διαδρομή παρατηρούσε τα πολύχρωμα ρούχα του και σκεφτόταν ότι κάπως έτσι θα πρέπει να είναι το μέρος που μένει, πολύχρωμο και χαρούμενο. Περπάτησαν αρκετά ώσπου εκείνος έστριψε σε ένα μικρό στενό και σταμάτησε στην είσοδο μιας παλιάς πολυκατοικίας. Έκοψε ένα γιασεμί από τον κήπο, το μύρισε και μπήκε μέσα. Έτρεξε ξοπίσω του και το κορίτσι, ίσα που πρόλαβε να μπει πριν κλείσει η πόρτα. Εκείνος σφύριζε σιγανά ένα χαρούμενο σκοπό. Τότε ο άντρας με τις πολύχρωμες κάλτσες άρχισε να κατεβαίνει τα σκαλιά προς το υπόγειο. Η κοπέλα δεν πίστευε στα μάτια της. Αυτός ο χαρούμενος άντρας που κουβαλούσε πάνω του τόσα χρώματα και έκανε τόσα ευφάνταστα κόλπα ζούσε στο υπόγειο μιας παλιάς πολυκατοικίας! Φανερά απογοητευμένη, γύρισε την πλάτη και έφυγε. Όπως έβγαινε, παρατήρησε ότι ένα παράθυρο δίπλα στο πεζοδρόμιο ήταν τώρα ανοιχτό. Έσκυψε να δει μέσα, τοίχους γεμάτους χρωματιστές ζωγραφιές και αφίσες και δύο πολύχρωμες κάλτσες πεταμένες στο πάτωμα. Το χαμόγελο που σχηματίστηκε στο πρόσωπό της δεν έφυγε μέχρι να γυρίσει σπίτι.
(συνεχίζεται...)
Μια μέρα αποφάσισε να πει στη μητέρα της ότι θα πήγαινε να φάει σε μια φίλη της μετά το σχολείο κι ότι θα γυρνούσε το απόγευμα. Έτσι, μπορεί να μην κατάφερνε να παρακολουθήσει όλα του τα κόλπα αλλά θα έβλεπε τουλάχιστον από πού έρχεται κάθε πρωί και πού πάει κάθε απόγευμα αυτός ο αξιοπερίεργος άντρας. Έτσι κι έκανε, λοιπόν, εκείνη τη μέρα έκατσε ως το τέλος και μετά άρχισε να βηματίζει σιγανά πίσω του. Σε όλη τη διαδρομή παρατηρούσε τα πολύχρωμα ρούχα του και σκεφτόταν ότι κάπως έτσι θα πρέπει να είναι το μέρος που μένει, πολύχρωμο και χαρούμενο. Περπάτησαν αρκετά ώσπου εκείνος έστριψε σε ένα μικρό στενό και σταμάτησε στην είσοδο μιας παλιάς πολυκατοικίας. Έκοψε ένα γιασεμί από τον κήπο, το μύρισε και μπήκε μέσα. Έτρεξε ξοπίσω του και το κορίτσι, ίσα που πρόλαβε να μπει πριν κλείσει η πόρτα. Εκείνος σφύριζε σιγανά ένα χαρούμενο σκοπό. Τότε ο άντρας με τις πολύχρωμες κάλτσες άρχισε να κατεβαίνει τα σκαλιά προς το υπόγειο. Η κοπέλα δεν πίστευε στα μάτια της. Αυτός ο χαρούμενος άντρας που κουβαλούσε πάνω του τόσα χρώματα και έκανε τόσα ευφάνταστα κόλπα ζούσε στο υπόγειο μιας παλιάς πολυκατοικίας! Φανερά απογοητευμένη, γύρισε την πλάτη και έφυγε. Όπως έβγαινε, παρατήρησε ότι ένα παράθυρο δίπλα στο πεζοδρόμιο ήταν τώρα ανοιχτό. Έσκυψε να δει μέσα, τοίχους γεμάτους χρωματιστές ζωγραφιές και αφίσες και δύο πολύχρωμες κάλτσες πεταμένες στο πάτωμα. Το χαμόγελο που σχηματίστηκε στο πρόσωπό της δεν έφυγε μέχρι να γυρίσει σπίτι.
(συνεχίζεται...)
Wednesday, April 1, 2009
Thursday, March 19, 2009
What street party ?
21/03/2009 16:00atWSP5 - Εαρινή Ισημερία
16:00Μουσείο/ 18:00Εξάρχεια/ 20:00ΠνευματικόΚέντρο/ 22:00Κολωνάκι/ 00:00ΛόφοςΛυκαβηττού, Athens,
Cost: Ένα μπουκάλι από το ποτό που πίνετε
Σημαντικό : Προωθήστε αυτό το μήνυμα με όσα μέσα διαθέτετε σε αυτούς που πιστεύετε θα ήθελαν να γνωρίζουν - δεν υπάρχει άλλο μέσο διάδοσης πλην των δικών σας και αυτού που βλέπετε / Φέρτε ένα μπουκάλι από το ποτό που πίνετε / Στο λόφο λυκαβηττού δεν έχει περίπτερο (έχει όμως θέα) / Όχι σκουπίδια σε θάλασσες και ακτές / Αξίζει να προλάβει κανείς την ημέρα / Video και photo που θα τραβήξετε είναι more than welcome στα sites του WSP ή οπουδήποτε με το tag “wsp5”
16:00Μουσείο/ 18:00Εξάρχεια/ 20:00ΠνευματικόΚέντρο/ 22:00Κολωνάκι/ 00:00ΛόφοςΛυκαβηττού, Athens,
Cost: Ένα μπουκάλι από το ποτό που πίνετε
Σημαντικό : Προωθήστε αυτό το μήνυμα με όσα μέσα διαθέτετε σε αυτούς που πιστεύετε θα ήθελαν να γνωρίζουν - δεν υπάρχει άλλο μέσο διάδοσης πλην των δικών σας και αυτού που βλέπετε / Φέρτε ένα μπουκάλι από το ποτό που πίνετε / Στο λόφο λυκαβηττού δεν έχει περίπτερο (έχει όμως θέα) / Όχι σκουπίδια σε θάλασσες και ακτές / Αξίζει να προλάβει κανείς την ημέρα / Video και photo που θα τραβήξετε είναι more than welcome στα sites του WSP ή οπουδήποτε με το tag “wsp5”
Sunday, March 15, 2009
think ALWAYS positive!!
Είναι κάτι μέρες που εκπέμπεις τόση ενέργεια και ούτε καν το καταλαβαίνεις...Βλέπεις σημάδια όμως γύρω σου....Βλέπεις τις αντιδράσεις των άλλων...Πώς σε κοιτάνε, τι σου λένε, ο τρόπος που στο λένε.. Και αν οι μέρες αυτές συμπίπτουν με τις μέρες που έχεις τα χάλια σου ψυχολογικά, η χημική αντιδράση που γίνεται λειτουργεί κατασταλτικά για τα χάλια-που-μπορεί-να-έχεις και αναζοωγονεί τη χαμένη σου αυτοπεποίθηση και διάθεση που-ω!ναι-έχει πιάσει πάτο τελευταια..!
Υ.Γ.Και προσοχή!να μην ξεχνάμε: ο Άρης στο ζώδιο των Διδύμων(γκούχου γκούχου!),Παρθένων και Τοξοτών(και ότι άλλο έχετε ευχαρίστηση!)...........
Thursday, February 26, 2009
Ποδηλατική ανακοίνωση
"Διεκδικούμε τον χώρο του ποδηλάτου"
Ημερίδα, Σάββατο 7 Μαρτίου 2009, 11.00 π.μ.
Πολυτεχνείο, κτήριο Γκίνη
Πρόγραμμα ημερίδας:
* 11:00: Τοπικές ποδηλατικές ομάδες στην Αθήνα
* 15:30: Ποδηλατικές δράσεις στην Ελλάδα
Ημερίδα, Σάββατο 7 Μαρτίου 2009, 11.00 π.μ.
Πολυτεχνείο, κτήριο Γκίνη
Πρόγραμμα ημερίδας:
* 11:00: Τοπικές ποδηλατικές ομάδες στην Αθήνα
* 15:30: Ποδηλατικές δράσεις στην Ελλάδα
Thursday, February 19, 2009
Awake again....!
Τανταααααααααα!!! Να 'μαι και πάλι μετά από τόσο καιρό και ελπίζω να μη το ξανακάνω (γκούχου γκούχου, όλο έτσι λέω και...!). Τελευταία μέρα εξεταστικής, αλλά δεν έχω προλάβει ακόμα να τη χαρώ καθώς στο καπάκι δούλευα και δν έχω διάθεση... :( Το θέμα είναι πως δεν περνάω και την καλύτερη φάση της ζωής μου-αλλά τώρα που το σκέφτομαι την καλύτερη φάση της ζωής μου δε θυμάμαι πότε την πέρασα, τουλάχιστον όχι τους τελευταίους μήνες! Ακούω damien rice-για να καταλάβετε σε τι κατάσταση βρίσκομαι-και σκέφτομαι τι καινούριο πρέπει να κάνω για να πάρει μια άλλη τροπή η ζωή μου γιατί νιώθω πως έχω βαλτώσει :/ Για την ώρα θα σας πω μερικά αξιοπρόσεκτα γεγονότα καθώς και μερικά πράγματα που έμαθα μέσα από άλλη μία εξεταστική. Η χθεσινή μέρα ήταν πολύ ωραία...Άκουσα 2 μπράβο από δύο διαφορετικούς τομείς. Το πρώτο ήταν επειδή έμαθα να παίζω με 3 μπαλάκια(όσο πρόστυχο κι αν ακούγεται αυτο!! :D ) στα σεμινάρια θεάτρου δρόμου και το άλλο επειδή ήμουν πολύ καλή στη δουλειά! Άντε,πάντα τέτοια! :Ρ Επίσης σήμερα πήρα το τρόλεϋ 13 για να πάω να γράψω και έγραψα τις ερωτήσεις 1 και 3 !!καλό;;(ναι, αν σκεφτούμε ότι το 13 είναι ο τυχερός μου αριθμός ;) ) Από το χθεσινόβραδινό διάβασμα έμαθα το εξής : "όταν βλέπεις μια αφίσα από ένα τσίρκο που έρχεται στην πόλη αυτό είναι διαφήμιση. όταν αυτή η αφίσα είναι κολλημένη πάνω σε έναν ελέφαντα ο οπίος παρελαύνει στο δρόμο αυτό λέγεται προώθηση. Όταν ο ελέφαντας κάνει βόλτες στην αυλή του δημάρχου αυτό είναι δημοσιότητα. Και αν ο δήμαρχος γελάσει ή κάνει κάποιο θετικό σχόλιο αυτό είναι δημόσιες σχέσεις!" αυτά αγαπημένοι μου!! Θα επανέλθω δριμύτερη. Ελπίζω με παραμύθι. ;)
Subscribe to:
Posts (Atom)